Ζήνα Λυσάνδρου-Παναγίδη
28 Απριλίου 2021
“Είμαι πολύ περήφανη για την πολυαγαπημένη μου αδελφική φίλη, παιδιόθεν, την εκλεκτή φιλόλογο κ. Μαρία Κωνσταντινίδου-Δημητρίου, κόρη της δασκάλας μας κ. Άννας Κάη-Κωνσταντινίδου, η οποία απέσπασε το πρώτο βραβείο σε πανελλήνιο διαγωνισμό ποίησης του Ε.Π.Ο.Κ. με θέμα τη γυναίκα.
ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ, Μαρία μου, και εις ανώτερα!”.
ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΕΔΩ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΑΓΡΥΠΝΑΝΕ
Γεννιέσαι κάθε μέρα,
τα χέρια σου, τα μάτια σου, η φωνή σου,
σαν ένας ουρανός.
Νικάς το βλέμμα σου, Γυναίκα,
δεν υπάρχει άλλη αντιστοιχία στο φως
το όρθιο της ψυχής σου σε κρατεί, να ξέρεις,
δεν υπάρχει άλλο αγέρωχο,
46 χρόνια, να μαρτυράει τη θάλασσα.
Αν ήξερες, αν ξέραμε, πόσο κοστίζει η ελευθερία,
την είχαμε στα χέρια μας και δεν τη λογαριάζαμε,
μ’ ένα μονάχα γιασεμί να τη σφραγίζαμε.
Πώς έμειναν τα σπίτια μας γυμνά,
46 χρόνια, να πολεμούν δίχως παράθυρα,
πώς έμειναν οι λέξεις σου, να ορίζονται;
σπίτια που έχουνε ξανά ειπωθεί,
κρατούν ακόμα τα σημάδια σου.
-Ποιοι ξεσπιτώνουν τα φιλιά σου;
κάτω απ’ τις στέγες αλυχτούν τα παραμύθια σου,
ριγμένα πρόωρα στη δίνη των καιρών
-πού κρύφτηκαν τα λόγια σου;
-πού αγρυπνούν οι προσμονές σου;
Τώρα κατάλαβα το πείσμα του ήλιου,
το φως που ελευθερώνει σε κάθε αναπνοή,
πως του χρωστούσαμε πολλή καρδιά,
πολλή ανάσα, του ήλιου.
Σε είπαν ηρωίδα
σε λέω Γυναίκα,
που λαχτάρησες να ζήσεις.
Γυναίκα Αμμόχωστος,
Γυναίκα Κερύνεια,
Γυναίκα Καρπασία,
Γυναίκα της Μόρφου
Γυναίκα Κυματούσα
Χαρίτα, Ελένη, Μαρίνα,
με το τραπέζι του γυρισμού στα μάτια σου
το αχνιστό φλιτζάνι,
κολλαριστό πουκάμισο και το πυρόξανθο ψωμί
να έρθει ο άνεμος, να τον δεξιωθείς,
από το ίδιο παράθυρο οι χίλιοι ανέμοι
στην τόση τραγωδία, που σου τάξανε, αντέταξες ψυχή
αντίκρισες βαθιά τον θάνατο,
άπλωσες χέρια να τον αγκαλιάσεις,
να πάρεις ψήγματα ζωής.
Του έπλεξες στεφάνια του ήλιου, μα δεν κρατήθηκε η μέρα,
ήταν αλύγιστος ο λίβας,
έτρεχε μες στη σιωπή του ο κάμπος, χάνονταν
γέννημα θείο μες στις φλέβες σου
κι όπως γυρνούσες, θρυλούσαν πίσω σου οι σκιές.
Μικρός ο τόπος σου και η φωνή του θάλασσα,
πληγή τα γιασεμιά κι ο δυόσμος
και το κλειδί να κρέμεται δέκα φορές στην πόρτα.
Δεν πήραμε μαζί μας το κλειδί,
μας πρόφτασε ένας άνεμος αγύρτης,
που σήκωσε άφτερα πουλιά, τα βάθη των ονείρων μας.
Όλα περνούν στο αίμα σου, έρωτες, μίση, επαναστάσεις,
φεγγάρια που έμειναν μισά
το θαύμα της δημιουργίας που σου δόθηκε,
να κτίζεις καθημερινά τον εαυτό σου,
επάνω στα συντρίμμια του,
το ατελεύτητο τέλος και η αρχή του ανθρώπου,
η αναμέτρηση του κόσμου που σε γέννησε,
το φως σου, που αντηχεί, Γυναίκα,
αυτό το αιώνιο
η συνιστώσα του φωτός σου,
κρατεί τη σκέψη απαρηγόρητη.
Τίποτε δεν αλλάζει,
μήτε το χρώμα, μήτε η τιμή του τόπου σου,
είναι στη θέση του το φως, όπως το άφησες, Γυναίκα
και τα πιθάρια σου, γεμάτα χαρακτήρα.
Δεν μαγαρίζονται τα σπίτια
εκεί που υψώνονται, θεριεύει πάντα μια ψυχή
κι ύστερα άλλη κι άλλη,
περνούνε άθραυστες ανάμεσά μας, τόσες ψυχές.
Εύκολη νίκη δεν υπάρχει.
Θάνατος είναι, να πεθαίνει μέσα σου η ζωή.
ΜΑΡΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ Β.Δ.Α’
Το ποίημα απέσπασε Α’ Βραβείο στον 1ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης και Μουσικού Στίχου, του Ελληνικού Πολιτιστικού Ομίλου Κυπρίων και του Λογοτεχνικού Ομίλου Ζαλώνη – Ξάστερον, Μάρτιος 2021