Κυριακή, 11 Δεκεμβρίου 2022
Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου συν. Αγ. Γεωργίου Βρυσούλλων
Ώρα: 10:30 π.μ.
Της Ζήνας Λυσάνδρου-Παναγίδη,
Δημάρχου Λευκονοίκου
Το Λευκόνοικό μας από την περασμένη Τετάρτη είναι φτωχότερο. Οι καμπάνες του Σωτήρα μας κτυπούν με τον τρόπο τους πένθιμα, γιατί ξεπροβοδίζουμε για το αιώνιο ταξίδι μία εκλεκτή κυρία της κωμόπολής μας, που σαν τη μοίραναν οι μοίρες, επειδή ζήλεψαν τα κάλλη της, την αξιοσύνη και τη σβελτάδα του μυαλού της, της όρισαν, κυρίως η Κλωθώ, να περάσει πολλούς κάβους στη ζωή της.
Με όσα προτερήματα και χάρες την προίκισε η φύση, με άλλα τόσα κτυπήματα τής όρισε η μοίρα. Λες κι έπρεπε να πληρώσει το τίμημα για τη μεγάλη χάρη να γεννηθεί πανέμορφη, πανέξυπνη, χρυσοχέρα. Δύο γιους έθαψε η θεία Μαρούλα μας, δύο λεβέντες, ξεχωριστούς, διαλεκτούς, καλοαναθρεμμένους. Τον Ντίνο πρώτα και τον Μιχάλη τελευταίως, πριν από δύο χρόνια.
Αυτή η χαρισματική κοπέλα, κόρη του Κωσταντή και της Κουλλούς, αδελφή της Ελένης, ξεχώριζε μέσα στη γειτονιά και σε όλη την κωμόπολή μας. Καλοδούλα και προκομμένη από μικρή, οξύνους και ευειδής, πρόσχαρη και καλόκαρδη, κεφάτη και κοινωνική, πολύ επικοινωνιακή, πρόθυμη να βοηθήσει τους πάντες, παντρεύτηκε τον Γιώρκο Πήλικο και μαζί απέκτησαν τρεις γιους: τον Ντίνο, τον Μιχαλάκη και τον Κυριάκο. Πόσο καμάρι είχε τους γιους της! Τους λάτρευε. Τους είχε πάντα καλοντυμένους. Τους περιποιόταν σαν πρίγκηπες!
Η καλύτερη φίλη της θείας Μαρούλας ήταν η αδελφή του πατέρα μου, η θεία μου η Παναγιώτα του Πανάου, που παντρεύτηκε τον Γιώρκο του Τσαγκάρη. Ήταν αχώριστες. Να πουν τα μυστικά τους, να αλλάξουν συνταγές, να κεντήσουν, να πλέξουν τρικά, να …να… Μόλις έβλεπαν κάποιο πλεκτό ή κέντημα αμέσως με το μάτι ξεσήκωναν το σχέδιο. Οι κουβέντες και τα γέλια τους δεν τελείωναν.
Επικοινωνούσαν με τα μάτια.
Από μικρούλα η θεία Μαρούλα έμαθε από τη μητέρα της την τέχνη των λευκονοικιάτικων υφαντών.
Το μακούτζι στα χέρια της πετούσε και έφτιαχνε αριστουργήματα. Με τα χρόνια έγινε ξακουστή υφάντρια και οι αγγλίδες, στη βάση που δούλευε ο άντρας της, συνεχώς της παράγγελλαν τραπεζομάντιλα, κουρτίνες, σιεμέν, κλινοσκεπάσματα, καντζιελλωτά. Δεν τις προλάβαινε, όπως μου έλεγε.
Σαν ήρθε το κακό που μας βρήκε, κυνηγημένοι από τη γενέθλια γη μας, βρήκαν απάγκιο στις Βρυσούλλες, κοντά στις βάσεις. Αμέσως, έστησε τον αργαλειό της και συνέχισε την τέχνη της. Πάλι οι αγγλίδες οι καλύτερες πελάτισσές της. Έπρεπε να σπουδάσουν τα αγόρια της. Τα καντζιελλωτά της απαράμιλλα. Δεν της παράβγαινε καμία, νομίζω.
Με ό,τι καταπιανόταν, γινόταν ένα θαύμα. Κάποτε, θέλησε να μάθει να φτιάχνει λαπηθιώτικες δαντέλες. Η εκπαιδεύτρια την είδε και θεώρησε ότι στην προχωρημένη ηλικία που ήταν, δεν θα μπορούσε να μάθει, γι’ αυτό και δεν της έδωσε σημασία. Πεισμάτωσε. Σαν ήρθε στο σπίτι της, κάθισε με την ησυχία της και έφτιαξε καλύτερες δαντέλες από τη δασκάλα…
Εδώ στον συνοικισμό στις Βρυσούλλες είχε πολλές φίλες που την αγαπούσαν και μαζί πήγαιναν στα προσκυνήματά τους. Δεν υπήρχε ιερέας που να μην τη γνωρίζει. Σε πολλούς έφτιαχνε διάφορα κεντήματα. Ήταν άνθρωπος πίστης και προσευχής η θεία η Μαρούλα, γι’ αυτό άντεξε τις δοκιμασίες που επέτρεψε ο Θεός να περάσει.
Να μιλήσουμε για τα φαγητά, τα γλυκά, τα ζυμαρικά της; Για τις διπλοπισιήδες της, τα κουλουράκια της, τις κολοκοτές της, τα λουκούμια της; Πάντα το σπίτι της ήταν γεμάτο με ζυμαρικά, σαν γνήσια λευκονοικιάτισσα. Μέχρι τους τελευταίους μήνες της ζωής της είχε τον νου της να φτιάξει τα καλούδια της για τα εγγόνια της που τόσο αγαπούσε!
Για τις εγγονές της όλες έφτιαξε θεσπέσια κεντήματα, αραχνοΰφαντα, που λες και δεν τα άγγιξε ανθρώπινο χέρι. Τα καντζιελλωτά της και οι κουρτίνες με τα κοπτά που έφτιαξε, είναι απαράμιλλης τέχνης και περισσής αγάπης.
Πολύ την αγαπούσα τη θεία Μαρούλα. Πόσο χαιρόταν κάθε φορά που την επισκεπτόμασταν! Πόσο φιλόξενος και γενναιόδωρος άνθρωπος ήταν! Άνθρωπος ήθους και ψυχικής λεβεντιάς. Το χαμόγελο δεν έλειπε από το πρόσωπό της. Πάντα πρόθυμη να βοηθήσει, να παραμυθήσει, να ελεήσει… Να μας δείξει την τέχνη των λευκονοικιάτικων υφαντών της. Ήταν η δασκάλα μας και σε αυτό.
Σαν ήρθαν οι πιο σκληρές δοκιμασίες, τσάκισε… Μα και τότε, εκεί που ένιωθες ότι ήταν διαλυμένη, μόλις άρχιζε η κουβέντα, την έβλεπες να ξανανιώνει, να παίρνει δυνάμεις, να ξαναγεννιέται… Όλα τα άφηνε στην Πρόνοια του Θεού. Δεχόταν το θέλημά Του. Τι μεγάλα μαθήματα ζωής μάς άφησε! Θα μπορούσαμε να μιλάμε με τις ώρες για τα χαρίσματα και τις αρετές της.
Αγαπημένοι/-ες μου, Κυριάκο, Ελένη, Χαρίκλεια, Μαρία, Γιώργο, Ειρήνη, Γιώργο, σε σας και στις ξαδέλφες σας, εύχομαι να ζείτε, να τη θυμάστε και να τη μακαρίζετε.
Αγαπημένη μου θεία Μαρούλα,
Καλό ταξίδι στο αληθινό Φως. Πας να συναντήσεις τα παιδιά σου, τον Ντίνο σου και τον Μιχαλάκη σου, τον άντρα σου, τον Γιώρκο, τους γονείς σου. Πιστεύω ότι είσαι πολύ ευτυχισμένη!
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει.
Καλή Ανάσταση.
Καλή αντάμωση.
Πρέσβευε και υπέρ ημών.