Εκδηλώσεις, Ομιλίες- Χαιρετισμοί

Ομιλία στον Χριστιανικό Σύνδεσμο Γυναικών Δερύνειας

την Κυριακή της Σταυροπροσκύνησης,

31 Μαρτίου 2019 , ώρα: 4μ.μ.

Εκκλησία Παναγίας στη Δερύνεια

«Σταυρός ο φύλαξ πάσης της οικουμένης…

Σταυρός, πιστών το  στήριγμα»

«Σταυρός, φύλαξ πάσης της οκουμένης.
Σταυρός,
ραιότης τς κκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων τ
κραταίωμα.
Σταυρός, πιστ
ν τ στήριγμα.
Σταυρός,
γγέλων δόξα
κα
τν δαιμόνων
τ
τραμα»
(Ἐξαποστειλάριον)

 

Πόσο χαίρομαι που για άλλη μια φορά βρίσκομαι στη φιλόξενη ελεύθερη Αμμόχωστο, στην όμορφη Δερύνεια,  που ατενίζει τον κόλπο της Αμμοχώστου μας και φυλάει τις Θερμοπύλες του Μητροπολιτικού Δήμου μας.

Αιδεσιμότατε, με τις πιο πολλές γυναίκες του Χριστιανικού Συνδέσμου μάς συνδέει φιλία και αμοιβαία εκτίμηση εδώ και πολλά χρόνια. Ευχαριστώ ιδιαιτέρως την αγαπημένη μου φίλη, Λύσα Πολύκαρπου, Πρόεδρο του Συνδέσμου, για την πολύ τιμητική πρόσκλησή της να μιλήσω σήμερα, Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, στα μέλη του Χριστιανικού Συνδέσμου Γυναικών της Δερύνειας.

Σκέφτηκα να σας πω λίγα λόγια για την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως και, στη συνέχεια, να σας μιλήσω για δυο άγιους γέροντες της Κύπρου μας, που ζούσαν μαζί μας, μέσα στον κόσμο, τον παππού Παναή του Ιλαμιού, από τη Λύση, και τον παππού Χατζηφλουρέντζο, από τη Μηλιά Αμμοχώστου. Θα ωφεληθούμε ψυχικά όλες και όλοι και θα πάρουμε την ευλογία τους.

Η Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως γιορτάζεται κάθε χρόνο, 28 ημέρες πριν από το Πάσχα. Ονομάζεται έτσι, γιατί στην Αγρυπνία ή στον Όρθρο αυτής της μέρας, μετά τη μεγάλη Δοξολογία, ο Σταυρός μεταφέρεται σε μια σεμνή πομπή στο κέντρο του ναού και  παραμένει εκεί όλη την υπόλοιπη εβδομάδα, οπότε στο τέλος κάθε ακολουθίας γίνεται προσκύνηση του Σταυρού.

Αξίζει να τονιστεί ότι το θέμα του Σταυρού κυριαρχεί στην υμνολογία αυτής της Κυριακής, όχι μόνο στο πλαίσιο του πόνου αλλά και της νίκης και της χαράς.

Βρισκόμαστε στο μέσο της Μεγάλης Σαρακοστής. Χρειαζόμαστε βοήθεια και  ενθάρρυνση. Υψώνεται, λοιπόν, ο ζωοποιός Σταυρός για αναψυχή και υποστήριξη, για ενθάρρυνση στην υπόλοιπη προσπάθειά μας μέχρι το Πάσχα. Με τον ζωοποιό Σταυρό γλυκαίνει την πικρία που νιώθουμε από τη νηστεία, μας ενισχύει στην πορεία μας στην έρημο, έως ότου φτάσουμε στην πνευματική Ιερουσαλήμ με την Ανάστασή του.

Στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο λέγει ο Χριστός μας:

«Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς. Άρατε τον ζυγόν Μου εφ’ υμάς και μάθετε απ’ Εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών. Ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστίν» (Ματθ. ΙΑ.28 – 30).

Αλλά τί επιτέλους σημαίνει ζυγός του Χριστού; Ας ακούσουμε τον Άγιο Λουκά τον Ιατρό, τον επίσκοπο Συμφερουπόλεως Κριμαίας:

«Σημαίνει να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του. Να είμαστε ταπεινοί και πράοι, να διψάμε και να πεινάμε την υψίστη αλήθεια. Να είμαστε ελεήμονες και καθαροί τη καρδία. Να μας κακολογούν και να μας διώκουν για την πίστη στον Υιό του Θεού και για την αγάπη του. Ναι, αυτό και μόνο αυτό σημαίνει ο απαλός ζυγός του Χριστού και το ελαφρό φορτίο του. Τη δύναμη για να τα σηκώσουμε μας τη δίνει ο Σταυρός του Χριστού, που υψώνεται πάνω από τον κόσμο και τον φωτίζει, ο Σταυρός πάνω στον οποίο ο Υιός του Θεού υπέφερε τα πάθη και έδωσε την ζωή Του για να ζει ο άνθρωπος.

Ας προσκυνήσουμε το υποπόδιο του Σταυρού του Χριστού με όλη την ψυχή μας. Αυτός είναι ο απαλός ζυγός του Χριστού, να ακολουθήσουμε τον δρόμο του μαρτυρίου και των διωγμών ο οποίος οδηγεί εκεί όπου αιώνια λάμπει ο Σταυρός του Χριστού μας. Ας ακολουθήσουμε τον Σωτήρα μας και ας θυμόμαστε πάντοτε ότι Αυτός που είναι αληθινός Θεός λέει για τον εαυτό Του ότι είναι πράος και ταπεινός τη καρδία. Να είμαστε και εμείς πράοι και ταπεινοί για να τον ακολουθήσουμε στον δρόμο προς την Βασιλεία της αιώνιας Δικαιοσύνης και του ανεσπέρου Φωτός. Αμήν».

Αυτό τον δρόμο προς τη Βασιλεία της αιώνιας Δικαιοσύνης και του ανεσπέρου Φωτός ακολούθησαν και οι δυο πνευματοφόροι Γέροντες της Μεσαορίας μας: ο παππούς ο Παναής του Ιλαμιού από τη Λύση και ο παππούς ο Χατζηφλουρέντζος.

Πρώτα θα σας μιλήσω για τον παππού  Παναή του Ιλαμιού, έναν άνθρωπο του Θεού που, όσοι τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε, τον νιώθουμε άγιο. Είναι ένας βρακοφόρος από τη Λύση, ο παππούς Παναής του Ιλαμιού, τον οποίο εμείς γνωρίσαμε στον προσφυγικό συνοικισμό των Αγίων Αναργύρων στη Λάρνακα, και αυτό το συναπάντημα είναι μια από τις μεγαλύτερες ευλογίες στη ζωή μας!

 

Ο παππούς μας ο Παναής του Ιλαμιού ήταν ένας άγιος άνθρωπος, ένας κοσμοκαλόγερος, ένας άνθρωπος που ευωδίαζε και ακτινοβολούσε τη Χάρη του Θεού.

Ασφαλώς, η πρώτη φορά που τον αντίκριζες μένει ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη σου για όσο ζεις. Ένα αδύνατο, καχεκτικό ανθρωπάκι, καθισμένο σε μια πολυθρόνα, τυλιγμένο σε μια πολύχρωμη κουβέρτα από τη μέση και κάτω, με τα δάκτυλα μπλεγμένα, ή σε εγρήγορση να πλέκουν, με το παλτό του και τη σάρπα του, όλα μαύρα.

Μα σαν κοίταζες το πρόσωπό του ακτινοβολούσε τη Χάρη του Θεού. «Ό,τι ακτινοβολεί, έχει σχέση με χαρά, με ελπίδα, με ευτυχία, με τη λαμπρότητα της ανέμελης αθωότητας», τονίζει ο Μεσογαίας Νικόλαος. Τα άσπρα μαλλιά του πλαισίωναν ένα γελαστό πρόσωπο, μ’ ένα σπινθηροβόλο και στοχαστικό βλέμμα, όλο καλοσύνη, πραότητα και ιλαρότητα, που καταύγαζε το είναι του και τον έκανε τόσο αξιαγάπητο. Μα σύγκαιρα απέπνεε μια θαυμαστή δύναμη ψυχής.

Μέσα στο προσφυγικό του σπίτι στους Αγίους Αναργύρους στη Λάρνακα, όπου ζούσε με τον αδελφό του Βασίλη, που τον αποκαλούσε κουμπάρο, και την αδελφή του Τρυφωνού, που και οι τρεις αφιερώθηκαν στον Θεό, βιώσαμε τη λυσιώτικη φιλοξενία, τη χαρά, την ευφροσύνη και την αγαλλίαση που προσφέρει η επαφή με τον Θεό. Το’ νιωθες ότι εκεί μέσα κατοικεί ο Θεός. Το γέλιο έβγαινε άφθονο, γάργαρο, λυτρωτικό.

Θυμάμαι και τα απόδειπνα στο σπίτι τους με λίγους καλούς φίλους. Θυμάμαι με πολλή αγάπη να καθόμαστε γύρω του και να περιμένουμε τα λόγια του που ήταν κέντρισμα στην ψυχή μας. Λόγια  χαριτωμένα, λόγια ενός φωτισμένου ανθρώπου, λόγια ταπείνωσης, απλότητας, λόγια εμπειρικά από την πολύχρονη αφοσίωσή του στην Ορθόδοξη Πίστη μας.

 

Πολλές φορές μιλούσε με παραβολές και μας νουθετούσε σαν ένας στάρετς. Κοντά του κάθε πρόβλημα φαινόταν πολύ μικρό, γιατί είχε τον τρόπο να ρίχνει βάλσαμο στις πληγές των ανθρώπων, συμπάσχοντας μαζί τους και προσευχόμενος νυχθημερόν για πολλούς συνανθρώπους μας.

 

Ο Γέροντας Εφραίμ, ο συμμαθητής μου από την Περιστερωνοπηγή, αναφέρει: «Είχε αδιάλειπτη την αίσθηση της παρουσίας του Θεού και αγαπούσε πολύ την Παναγία. Αυτό του δημιουργούσε μια συνεχή κατάνυξη και, συχνά, πολλά δάκρυα. Πολλές φορές ομολόγησε ότι αισθάνθηκε τη Χάρη Της. Αυτές οι εμπειρίες μάς θυμίζουν ανάλογες του Οσίου Σιλουανού του Αθωνίτου».

 

Και καταλήγει ο ηγούμενος της Μονής Βατοπαιδίου: « Η ιδιάζουσα αγάπη προς την Παναγία είναι χαρακτηριστικό όσων προχώρησαν στον δρόμο της αρετής και της τελειότητας».

Ιδιαίτερα πρέπει να αναφερθούμε στο προφητικό χάρισμα του παππού Παναή που έλεγε στους Λυσιώτες ότι κτίζουν σπίτια για να τα βρουν οι Τούρκοι, όπως και για ένα σινεμά της Λύσης, που από θερινό το έκαναν χειμερινό, έλεγε σε κάποιον συγχωριανό του που μου το έλεγε, «Εν να μας χάσει ο θεός, εν να μας χάσει!».

 

Ένας άλλος δε Λυσιώτης, θυμάται ότι, όταν ήταν οκτώ χρονών, πέθανε ένα παιδί δεκαοκτώ χρονών, και όλη νύκτα τον έκλαιγαν οι γυναίκες σαν χορός αρχαίας τραγωδίας. Κάποια στιγμή, άκουσε να λένε: «Έρχεται ο Παναής του Ιλαμιού» κι όλες περίμεναν με δέος να τον δουν. Μόλις ήρθε, άρχισε να τους μιλά, και άλλαξε όλη η ατμόσφαιρα. Χαμογελούσαν οι γυναίκες που πριν ολοφύρονταν, ακόμη και η χαροκαμένη μάνα.

 

Ο παππούς Παναής, που ήταν νεωκόρος της Παναγίας της Λύσης, πέθανε στις 30 Δεκεμβρίου του 1989, μετά από δοκιμασία με την υγεία του, ενώ ποτέ δεν μεμψιμοίρησε για τους σωματικούς πόνους που τον ταλαιπώρησαν. Θυμόμαστε όλοι και όλες πώς ευωδίαζε όλο το σπίτι του μέχρι έξω. Εκείνη τη μέρα όλοι νιώθαμε ότι κηδεύαμε έναν άγιο, όπως είπε και ο ηγούμενος της Μονής Σταυροβουνίου.

Ο παππούς ο Χατζηφλουρέντζος είναι ο άνθρωπος του Θεού που γνώρισα στο Λευκόνοικο ως  μαθήτρια των πρώτων τάξεων του Γυμνασίου. Ήταν φίλοι με τον παππού τον Παναή.

Θυμάμαι ότι ο θεολόγος μας, ο κ. Παρασκευάς Παρασκευά τότε, και πατήρ Παρασκευάς σήμερα, μας μιλούσε γι’ αυτόν τον άγιο άνθρωπο που ερχόταν συχνά με το ποδήλατό του στο Γυμνάσιό μας για να τον δει και να μιλήσει μαζί του για θεολογικά θέματα. Θυμάμαι πόσο απλά ήταν ντυμένος, με ρούχα φτωχικά, σαν ρακένδυτος ζητιάνος έμοιαζε, αλλά η μορφή του ήταν οσιακή, ασκητική, σαν τους ασκητές της ερήμου, έτσι ψηλόλιγνος που ήταν με την ατημέλητη λευκή γενειάδα του και το μαύρο μαντίλι στο κεφάλι. Μόλις τον βλέπαμε, σαν να μας καθήλωνε με την αυστηρότητα της μορφής του.

 

Θυμάμαι μια σκηνή που εμείς οι μικρές μαθητριούλες της Α΄ ή Β΄ Γυμνασίου τότε, σχολάγαμε, και έξω από το Γυμνάσιό μας τον συναντήσαμε να έρχεται με το ποδήλατό του σκυφτός και σκεφτικός. «Ώρα καλή», μας είπε, όπως συνήθιζε. Τότε, εμείς, τον χαιρετήσαμε με σεβασμό: «Χαίρετε» του είπαμε, κι εκείνος μας απάντησε με πολλή αγάπη: «Χαίρετε, λένε μόνο στην Παναγία». Φαινόταν να μη νοιάζεται για τον κόσμο τούτο, ότι ήταν δοσμένος στον ουρανό.

Ξέραμε ότι έμενε στο μοναστήρι της Παναγίας της Αυγασίδας, λίγο έξω από το χωριό του. Ξέραμε, επίσης, ότι ήταν ένας άνθρωπος του Θεού που προσευχόταν νυχθημερόν. Ως εδώ. Εξάλλου, τότε δεν ξέραμε για γέροντες, ήμασταν και μικρά κοριτσάκια, δεν πολυκαταλαβαίναμε από τέτοιες καταστάσεις.

Αυτή, λοιπόν, η εικόνα του παππού Χατζηφλουρέντζου, έμεινε καταχωνιασμένη στη μνήμη μου και κάποιες φορές την ανέσυρα, μέχρι που διάβασα γι’ αυτόν σε μια συνέντευξη του Πανιερoτάτου Μητροπολίτη Μόρφου, τον οποίο και ευγνωμονώ γι’ αυτή την ευκαιρία να μάθω για έναν άγιο που ζούσε μαζί μας στον τόπο μας, αλλά οι περισσότεροι δεν είχαμε ιδέα για τον θησαυρό που κρυβόταν πίσω από την ατημέλητη εμφάνιση.

Ομολογώ ότι διαβάζοντας γι’ αυτόν τον άγιο άνθρωπο, που ο κόσμος τον κορόιδευε, τον ειρωνευόταν και τον έλεγε «τρελό», που τον αντιμετώπιζε περίπου ως γραφικό και θρησκόληπτο, κι ακόμα ίσως ενοχλητικό για πολλούς, συγκλονίστηκα από τα χαρίσματά του που επιμελώς τα απέκρυβε, και κυρίως από την προορατική του δύναμη. Όταν όλοι ανησυχούσαν το 1964 για μια ενδεχόμενη εισβολή της Τουρκίας, αυτός έβλεπε καθαρά ότι οι Τούρκοι θα έρθουν αργότερα κι εμείς θα φύγουμε, ενώ εκείνος θα έμενε. «Θα μαυροφορήσει όλη η Κύπρος και θα γυρεύετε την πιο μικρή σπηλιά, την πιο μικρή τρύπα να τρυπώσετε. Θα γίνει μεγάλο κακό στην Κύπρο. Εσείς θα φύγετε, εγώ όμως θα μείνω».

Σε άλλη περίπτωση τους ανέφερε: «Οι Τούρκοι θα έρθουν, αλλά δεν θα έρθουν τώρα, μετά θα έρθουν και θα πάρουν την Κύπρο τη μισή». Πραγματικά, είχε πληροφορίες πολλές από την Παναγία, όπως πληροφορήθηκε και για τον θάνατό του, στις 10 Οκτωβρίου 1969.

Εκείνο, όμως, που κέρδισα, διαβάζοντας γι’ αυτόν τον όσιο Γέροντα είναι η βεβαιότητα ότι θα επιστρέψουμε πίσω στον τόπο μας, όταν μετανοήσουμε και έρθουμε πιο κοντά στον Θεό. Εξάλλου, το είπε ξεκάθαρα στους δικούς του: «Και τότε θα αφήσετε τα σπίτια σας όπως είναι και θα φύγετε. Θα πέφτετε ο ένας πάνω στον άλλο, χωρίς να πειράζει όμως ο ένας τον άλλον. Μετά ο κόσμος θα αμαρτήσει. Θα αργήσετε λίγο να έρθετε πίσω. Όταν θα έρθετε πίσω, τότε θα είναι τα κλάματά σας. Τότε θα δώσει νόηση στον κόσμο ο Θεός, να καταλάβει τον δρόμο τον ορθό ποιος είναι. Πολλοί Τούρκοι από τα έργα τα καλά, θα γίνουν χριστιανοί. Ο κόσμος θα περπατά με το κεφάλι σκυφτό. Η Κύπρος θα ελευθερωθεί από μόνη της, χωρίς να τη βοηθήσει κανένας».

Σε κάποια άλλη ευκαιρία, τόνισε τα εξής: «Θα έρθει μια ώρα που θα τρέχετε σαν τις καμήλες, θα φοβάστε να κοιτάξετε πίσω σας. Εκεί που θα πάτε, θα νομίζετε πως πήγατε στο πανηγύρι. Ούτε θα πεινάσετε ούτε θα διψάσετε. Πολλά κράτη θα ενδιαφερθούν, αλλά οι Τούρκοι θα είναι ανένδοτοι. Όμως, θα έρθει η ώρα που θα ξαναρθείτε στα σπίτια σας. Την ώρα αυτή που θα έρθετε, θα πέσετε κατά γης, θα ταπεινωθείτε».

Και συνέχισε, απαντώντας στον γιο του Αντωνή: «Θα έρθετε. Θα το θελήσει η Παναγία και θα έρθετε, αλλά σας το ξαναλέω ότι θα ταπεινωθείτε, θα πέσετε καταγής. Ο Θεός γνωρίζει πότε θα σας ελευθερώσει, όταν θα είσαστε εντάξει μεταξύ σας».

Με εντυπωσίασε κάτι που είπε στον μεγαλύτερο γιο του: «Το χωριό μας μια μέρα θα δοξαστεί. Θα δοξαστεί το όνομα του Κυρίου». Αυτή η πρόβλεψη μού δημιουργεί πολλές σκέψεις. Ίσως θα πρέπει να περιμένουμε θαύματα από αυτόν τον άγιο άνθρωπο του Θεού, που υπέμενε τους χλευασμούς και απαντούσε με προσευχή για τους υβριστές να τους ελεήσει ο Θεός, λέγοντας στον πατέρα Παρασκευά, τον θεολόγο μας: «Τον Χριστό τον κοροΐδευαν πάνω στον σταυρό αλλά και παντού, και όμως είναι ο Σωτήρας του κόσμου».

Στον ιερέα π. Αντρέα, τον νεαρότερο του χωριού, μια Κυριακή του 1968, είπε μετά το τέλος της θείας λειτουργίας: «Παπά, σύντομα θα μείνουν πολλές εκκλησιές ανοικτές και θα μπαίνουν κοπάδια μέσα».

Ένα στοιχείο από τη ζωή του που με στεναχώρησε είναι που του απαγόρευσαν από την Αρχιεπισκοπή να κοιμάται μέσα στην εκκλησία του μοναστηριού της Παναγίας της Αυγασίδας, όπως του υπέδειξε, όπως φαίνεται, η ίδια η Παναγία. Έτσι, του πήραν τα κλειδιά της εκκλησίας και κοιμόταν έξω από τον ναό. Όμως, από τη στενοχώρια του «δεν έπαιρνε ούτε φαΐ ούτε νερό, και ήταν εξαντλημένος». Έτσι, με το ζόρι τον πήγαν στο σπίτι για να τον περιποιηθούν. Όταν ήταν έξω από την εκκλησία, μόνο ένας Τουρκοκύπριος τον επισκέφτηκε και προθυμοποιήθηκε να του πάρει ό, τι χρειαζόταν, αλλά αυτός του ζήτησε μόνο νερό.

Δεν θα μπορούσα να παραλείψω το οσιακό τέλος του Γέροντα αυτού που από τις 25 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 10 Οκτωβρίου που μακαρίστηκε, δεν έβαλε τροφή στο στόμα του, παρά μόνο τρία κουταλάκια τσάι, μετά από πολλές πιέσεις, για να τους κάνει το χατίρι. Η μόνη αξίωση που είχε από τα παιδιά του ήταν να τον πάρουν στο μοναστήρι να κάνει μπάνιο μέσα στο αγίασμα, γιατί ήξερε ότι ήρθε η ώρα του.

Γι’ αυτό ζήτησε από τον γιο του τον Αντωνή να του φέρει το κλειδί της Αυγασίδας από τον πατέρα Ανδρέα, ο οποίος, παρόλο που είχε ρητές εντολές από την Αρχιεπισκοπή να μην το δώσει το κλειδί, τελικά του το πήγε ο ίδιος, όπως διέταξε ο παππούς, λέγοντας: «Έλα Χατζή και σου το έφερα και ό,τι θέλεις να μου πεις να σου το κάνω». Τότε, ο παππούς του ζήτησε να το αφήσει μέσα στην κούπα με το νερό. Μετά από λίγο σκούπισε το κλειδί και είπε με τη χαμηλή κι αδύνατη φωνή του στον ιερέα: «Δάσκαλε, εγώ δεν μπορούσα να πάω και να μην πάρω το κλειδί τούτο. Αυτό είναι το κλειδί της Κύπρου». Είναι και αυτή μια φράση που δεν μπορούμε να την καταλάβουμε, όμως σίγουρα δεν έλεγε ποτέ άστοχα λόγια.

Στις 9 Οκτωβρίου, του Αγίου Ανδρονίκου, τον μετάφεραν στη Μονή της Παναγίας της Αυγασίδας που τόσο επιθυμούσε και πέρασε τη νύκτα ξαπλωμένος μπροστά από την εικόνα της Παναγίας. Το πρωί τον κοινώνησαν και του έκαναν Άγιο Ευχέλαιο. Μόλις τελείωσε το Άγιο Ευχέλαιο μπήκε μέσα στην εκκλησία ο γιος του Γιακουμής που είχε πάει στην Αγγλία για θεραπεία και ο παππούς τούς είπε να του τηλεφωνήσουν να έρθει και δεν έχει τίποτε. «Ο παππούς τότε έκανε να τον αγκαλιάσει, πέρασε το χέρι πάνω από τον ώμο του, και, όπως το προείπε, ξεψύχησε, αφού περίμενε να δει τον γιο του. Ήταν το πρωινό της Παρασκευής, 10ης  Οκτωβρίου του 1969».

Ο θεολόγος μας, ο πατήρ Παρασκευάς σήμερα, τότε είπε στον επικήδειό του: «Έχει έναν Άγιο η Μηλιά.»

Έγραψα αυτό το κείμενο για να μοιραστώ τη συγκίνηση που ένιωσα, διαβάζοντας για έναν σύγχρονο Γέροντα, που έμαθε σαν άλλος Μακρυγιάννης λίγα γράμματα σε μεγάλη ηλικία για να διαβάζει τα θρησκευτικά βιβλία, που έζησε ζωή πολύ ασκητική, ζωή μεγάλης εγκράτειας, νηστείας, προσευχής και αγρυπνίας. Η μεγάλη αγάπη του στον Χριστό και η αφοσίωσή του στην Παναγία μας, τον έκαναν άνθρωπο μεγάλης άσκησης και πνευματικού αγώνα, που προφήτευε τα μέλλοντα και με την όλη βιοτή του έγινε πρότυπο χριστιανού. Γι’ αυτό και οι σύγχρονοί του δεν μπορούσαν να τον καταλάβουν και τα σοφά λόγια του τους φαίνονταν εξωπραγματικά.

Επιπλέον, νιώθω ότι εδώ έχουμε το παράδειγμα ενός πολύ πνευματικού ανθρώπου που ζούσε μέσα στον κόσμο, απέκτησε έξι παιδιά, κι όμως έγινε σκεύος εκλογής του θεού, έγινε Άγιος. Έτρωγε πολύ λίγο, λίγα χόρτα και ψωμί, μαζί με φρούτα, κοιμόταν ελάχιστα, και εργαζόταν πολύ. Μάλιστα, βοηθούσε και τους άλλους στις δουλειές τους αμισθί. Όσο ζούσε, ένιωθε θλίψη για την απομάκρυνση του κόσμου από τον Θεό, ενώ ο ίδιος είχε το πένθος της μετάνοιας και την αίσθηση ότι ήταν αμαρτωλός. Γι’ αυτό και είχε συνέχεια δάκρυα και συμβούλευε τους ανθρώπους και στα γύρω χωριά να μετανοήσουν και να έρθουν κοντά στον Χριστό. Κυρίως, τόνιζε σε όλους να πηγαίνουν την Κυριακή στη Θεία Λειτουργία, ενώ ο ίδιος καθημερινά καθάριζε τις εκκλησίες και βοηθούσε με προθυμία τους ιερείς στα καθήκοντά τους.

Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας. Ας έχουμε την ευλογία αυτών των δύο Αγίων ανθρώπων του Θεού και ας προσευχόμαστε σε αυτούς να βοηθήσουν την Κύπρο μας κι εμάς να γυρίσουμε στη γη μας! Αιωνία η μνήμη τους!

 

 

 


  • Κοινοποιήστε: