Γλώσσα-Ποίηση-Λογοτεχνία, Ομιλίες- Χαιρετισμοί

Κείμενο του εκλεκτού Φιλολόγου, κ.Γεωργίου Χατζηκωστή

 

Ἠλιάδης Γεώργιος

(1912-2007)

 

Φιλόλογος,  ἐκπαιδευτικός, ἀρχαιολόγος, συγγραφέας καὶ δραστήριος πολι     τιστικὸς παράγων τῆς γενέτειράς του.     Μπορεῖ νὰ λεχθεῖ ὅτι ὑπῆρξε ὁ σπουδαιότερος ἴσως πο-λιτιστικὸς καὶ ἀρχαιολογικὸς παράγων τῆς Πάφου.  Γεννήθηκε στὸ Κτῆμα τὸ 1912.  Μετὰ τὴν ἀποφοίτησή του ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Γyμνάσιον Πάφου (1930), σπούδασε φιλολογία στὴ Φιλοσοφικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.  Ὑπηρέτησε ὡς κα-θηγητής, ὑποδιευθυντὴς καὶ γυμνασιάρχης, γιὰ τριανταπέντε χρόνια, στὰ γυμνάσια Λευκονοίκου, Μόρφου, Πολεμίου καὶ Πάφου.

Ὡς ἐκπαιδευτικὸς ἐπέδειξε ἰδιαίτερο ζῆλο στὴ μελέτη καὶ προβολὴ τῆς νεοελληνικῆς λογοτεχνίας.  Στὴ διδασκαλία του ἦταν γλαφυρὸς δάσκαλος, μὲ εὐρὺ πνεῦμα χωρὶς τυποποίηση.  Συχνὰ παρέκαμπτε τὸ ἀναλυτικὸ πρόγραμμα τῶν μαθημάτων καὶ προσέ-φερε στοὺς μαθητές του εὐρύτερη καὶ βαθύτερη θεώρηση τῶν πραγμάτων. Παράλληλη πρὸς τὸ διδακτικό του ἔργο ὑπῆρξε ἡ ἀρχαιολογική, συγγραφικὴ καὶ γενικότερη πνευματικὴ καὶ πολιτιστική του δράση.

Τὸ 1950 διορίστηκε ἐπίτιμος ἔφορος τοῦ ἀρχαιολογικοῦ Μουσείου Πάφου καὶ μέσα στὸ πλαίσιο τῶν ἀρχαιολογικῶν του ἐνδιαφερόντων καὶ τῆς ἀγάπης του πρὸς τὸ ἱστορικὸ παρελθὸν τῆς Πάφου  ἐπόπτευσε ἢ συμμετέσχε σὲ ἀνασκαφὲς ξένων ἀρχαι-ολογικῶν ἀποστολῶν στοὺς χώρους τῶν Τάφων τῆν Βασιλέων, τῶν κατακομβῶν Ἁγίου Λαμπριανοῦ καὶ Ἁγίας Σολωμονῆς καὶ τοῦ Στρατοπέδου τῆς Φρουρᾶς.  Γιὰ τὰ ἀποτελέσματα τῶν ἀνασκαφῶν αὐτῶν δημοσίευε μελέτες σὲ ἐφημερίδες καὶ ἀρχαιο-λογικὰ περιοδικά.  Σὲ σχέση μὲ τὸν τομέα αὐτὸν τῶν ἐνδιαφερόντων του ἔγινε, τὸ 1959,  μέλος τῆς Διεθνοῦς Ἑνώσεως Κλασσικῆς Ἀρχαιολογίας, τῆς Διεθνοῦς Ἑνώσεως Προϊστορικῶν καὶ Πρωτοϊστορικῶν Ἐπιστημῶν καὶ τοῦ International Council of Mo-numents and Sights.

Τὸ 1958 μετέσχε τῶν ἐργασιῶν τοῦ ἕβδομου Διεθνοῦς Συνεδρίου Κλασσικῆς Ἀρχαι-ολογίας στὴ Ρώμη καὶ στὴ Νεάπολη, καὶ τὸ 1962 τῶν ἐργασιῶν τοῦ ἕκτου Διεθνοῦς Συμποσίου τῶν Προϊστορικῶν καὶ Πρωτοϊστορικῶν Ἐπιστημῶν. Μὲ ὑποτροφία τοῦ British Council ἐπισκέφθηκε μουσεῖα, πινακοθῆκες, ἀρχαιολογικοὺς χώρους, πανεπι-στήμια, βιβλιοθῆκες καὶ ἄλλα πνευματικὰ ἱδρύματα στὴν Ἀγγλία, Σκωτία, Οὐαλλία καὶ Ἰρλανδία.  Γιὰ παρόμοιους σκοποὺς ταξίδεψε σὲ πολλὲς ἄλλες χῶρες τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς.

Ὑπῆρξε μελετητὴς τῆς λαογραφικῆς ἐπιστήμης καὶ δημοσίευσε σχετικὲς ἐργασίες σὲ ἐφημερίδες καὶ περιοδικά, ἀπέστειλε στὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν λαογραφικὸ ὑλικὸ ποὺ συνέλεξε ἀπὸ τὴν ἐ-παρχία Πάφου – γιὰ τὸ ὁποῖο ἡ Ἀκαδημία τοῦ ἀπένειμε σχετικὸ Ἔπαινο (1966) – καὶ ὑπῆρξε τακτικὸ μέλος τῆς Ἑλληνικῆς Λαογραφικῆς Ἑταιρείας Ἀθηνῶν.

Προϊὸν τοῦ συνδυασμοῦ τῶν λαογραφικῶν, ἀρχαιολογικῶν καὶ εὐρύτερων ἀνθρωπο-ογικῶν του ἐνδιαφερόντων ὑπῆρξε ἡ ἵδρυση καὶ φροντίδα ἰδιωτικοῦ Μουσείου ἀπὸ τὸ 1958.  Τὸ μουσεῖο αὐτό, ἀποτέλεσμα προσπάθειας σαράντα καὶ πλέον χρόνων, λει-τούργησε πρῶτα ὡς Μουσεῖο Λαϊκῆς Τέχνης (1958-1970) καὶ στὴ συνέχεια ὡς Ἐθνο-γραφικὸ Μουσεῖο.  Τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ὑλικοῦ τῶν συλλογῶν τοῦ Μουσείου, ποὺ συγκεντρώθηκε μὲ προσωπικὴ φροντίδα τοῦ ἱδρυτῆ του, προέρχεται ἀπὸ τὴν Πάφο τὸ δὲ ὑπόλοιπο ἀπὸ ἄλλες περιοχὲς τῆς Κύπρου καὶ καλύπτει τὴ μακρὰ χρονικὴ περίοδο ἀπὸ τὴ Νεολιθικὴ ἐποχὴ ὡς σήμερα.

Στὴν εὐρύτερη πολιτιστική του δράση ὁ Γιώργιος Ἠλιάδης ὑπῆρξε συνιδρυτὴς τοῦ Φυσιολατρικοῦ Πνευματικοῦ Ὁμίλου Πάφου καὶ πρόεδρός του ἀπὸ τὴν ἵδρυσή του (1950) ὡς τὸ 1977.  Τὸ σωματεῖο αὐτὸ ὑπῆρξε ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ δραστήρια στὴν Κύπρο καὶ συνέβαλε μεγάλως στὴν πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ πρόοδο τῆς Πάφου. Ὑπὸ τὴν ἰδιότητά του ὡς προέδρου τοῦ Φυσιολατρικοῦ Πνευματικοῦ Ὁμίλου Πάφου ἵδρυσε τὴ Νυκτερινὴ Σχολὴ Κτήματος καὶ τὸ Ἰνστιτοῦτον Ἀνωτέρας Λαϊκῆς Μορφώσεως.  Ἀπὸ τὸ 1977 καὶ ἑξῆς διετέλεσε πρόεδρος τοῦ Ἱστορικοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Ὁμίλου Πάφου καθὼς καὶ τῆς τοπικῆς Alliance Francaise. Συνέβαλε ἀκόμα στὴν ἀναβίωση τῶν Ἀνθε-στηρίων στὴν Πάφο καὶ μετεῖχε στὴν Ἐπιτροπὴ γιὰ τὴν προαγωγὴ τοῦ τουρισμοῦ στὴν πόλη καὶ ἐπαρχία.

Ἔδωσε ἀκόμα ἀναρίθμητες διαλέξεις στὸ παφιακὸ κοινὸ πάνω σὲ ἀρχαιολογικά, ἱστορικά, λαογραφικὰ καὶ λογοτεχνικὰ θέματα, ἐνῶ ὀργάνωσε σειρὰ διαλέξεων σὲ ἐπιστημονικά, ἀρχαιολογικὰ καὶ φυσιολατρικὰ θέματα καθὼς καὶ τὴν ἱστορία τοῦ κυ-πριακοῦ πολιτισμοῦ ἀπὸ διαπρεπεῖς ἐπιστήμονες, κυπρίους καὶ ξένους.  Καίρια ὑπῆρξε ἀκόμα ἡ συμβολή του στὴν καθιέρωση καὶ συνέχιση τῶν ἐκδηλώσεων στὸ πλαίσιο τῶν Παλαμικῶν Γιορτῶν. Ὑπῆρξε ἐπὶ πλέον μέλος τῆς Ἑταιρείας Κυπριακῶν Σπουδῶν, ἀντιπρόεδρος τοῦ Συνδέσμου Ἡνωμένων Ἐθνῶν (κλάδος Πάφου) καὶ ἀντιπρόεδρος τῆς Ἑνώσεως Ἐκδρομικῶν Σωματείων Κύπρου.

Παραλλήλως πρὸς τὶς πολυσχιδεῖς πολιτιστικές του δραστηριό-τητες ὁ Γεώργιος Ἠλιάδης ἐξέδωσε καὶ τὰ ἀκόλουθα βιβλία:  Μελέτες καὶ Ἄρθρα (1970), Ἡ Μεθοδολο-γία τῆς ἱστορίας καὶ τὰ προβλήματά της ὡς ἱστορικῆς Ἐπιστήμης (1974), Ὁ Οἶκος τοῦ Διονύσου – ἡ ἔπαυλη τῶν μωσαϊκῶν τῆς Νέας Πάφου (1979)  (τὸ βιβλίο ἐκδόθηκε καὶ στὰ ἀγγλικά (1980), στὰ γερμανικὰ (1980) καὶ στὰ γαλλικά (1984), εἶχε δὲ ἐπανει-λημμένες ἐκδόσεις), Ὁ  Παλαμᾶς καὶ ἡ Πάφος (1981), Ἐθνογραφικὸ Μουσεῖο Πάφου (Ὁδηγός) (1987).

Τιμήθηκε μὲ τὰ Βραβεῖα: Πολιτιστικῆς Προσφορᾶς, Τεύκρου Ἀνθία καὶ Θεοδόση Πιερίδη, τοῦ ΑΚΕΛ (1993) καὶ Ἀφροδίτη τοῦ Δήμου Πάφου (1997).

Πέθανε τὸ 2007.

 


  • Κοινοποιήστε: