Επικήδειος στην Πόπη Θεοφάνους, από το Λευκόνοικο (17 Αυγούστου 1942-4 Αυγούστου 2019)
Τετάρτη, 7 Αυγούστου 2019
Από τον Ιερό Ναό Παναγίας Νεροφορούσας
Πεντακώμου
Ώρα:5:30 μ.μ.
Της κ. Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη, Δημάρχου Λευκονοίκου
Πολυαγαπημένη μου Πόπη,
ησύχασες. Ο Θεός επέτρεψε να δοκιμαστείς τον τελευταίο καιρό, αλλά τώρα είμαι σίγουρη ότι οδεύεις σε τόπο χλοερό, σε τόπο χαρμόσυνο, ένθα ουκ έστι πόνος ου λύπη ου στεναγμός αλλά ζωή ατελεύτητος. Αυτή είναι η πεμπτουσία της παρουσίας μας στην επίγεια ζωή. Η προετοιμασία για τον παράδεισο. Γιατί: «Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού;».
Ψυχή είναι ο έσω άνθρωπος, η πνευματική του υπόσταση, ο «κρυπτός της καρδίας άνθρωπος», όπως γράφει ο Απόστολος Πέτρος. Ψυχή είναι η θεία πνοή με την οποία ο δημιουργός Κύριος μας μετέδωσε το ατίμητο δώρο της ζωής, μας κατέστησε δικές του εικόνες.
Η ψυχή μας έχει ανυπολόγιστη αξία. Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτήν. Γι’ αυτό πρώτη φροντίδα μας πρέπει να είναι η σωτηρία της ψυχής μας και η είσοδός μας στη Θεία Βασιλεία.
Η αγαπημένη μας Πόπη είμαι σίγουρη ότι οδεύει στον παράδεισο. Η ζωή της ήταν ζωή θυσιαστική, ζωή προσφοράς, ανθρωπιάς, αγάπης και απέραντης καλοσύνης. Αγάπησε τον Χριστό και ήταν κοντά στη ζωή της εκκλησίας. Πάντα χαμογελαστή, χαμηλών τόνων, ευγενής, ευπρεπής, με ήθος, σεμνή και προσηνής. Της ταιριάζει αυτό που έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες «Οία η μορφή τοιάδε και η ψυχή». Όπως όμορφη ήταν η όψη της, έτσι ήταν και η ψυχή της πανέμνοστη.
Αυτή την εξωτερική ομορφιά με την οποία την προίκισε η φύση θαύμασε και ο Τάκης μας, ο αγαπημένος σύζυγός της και την παντρεύτηκε, αφού τότε οι άνθρωποι συνήθως δεν γνωρίζονταν, παρά μόνο εξ όψεως. Μαζί με τον Τάκη απέκτησαν δυο παιδιά, τον Φάνο και τη Γιάννα, και ζούσαν μια πολύ ευτυχισμένη και άνετη ζωή στο Λευκόνοικό μας που μεσουρανούσε. Ανεπανάληπτη η ζωή μας στο Λευκόνοικο. Ανώτερη και ασύγκριτη με ό, τι αναγκαστήκαμε να υποστούμε μετά την προσφυγιά μας.
Ζούσαν μια ζωή χαρισάμενη, με μεγάλη οικονομική άνεση, αφού ο Τάκης μας ήταν σπουδαίος τεχνίτης με δική του επιχείρηση.
Κι ύστερα ήρθε η λαίλαπα που σάρωσε το νησί μας. Το μισό νησί στοιβάχτηκε στο άλλο μισό. Πρόσφυγες οι άλλοτε νοικοκύρηδες της Μεσαορίας. Βρήκαν απάγκιο στο μεικτό αυτό χωριό, το Πεντάκωμο. Σε σπίτια τούρκικα. Ευτελισμός. Ταπείνωση. Υποτίμηση. Τι να κάνουν, όμως; Δεν είχαν κι άλλη επιλογή.
Ευτυχώς που ήταν αρκετοί οι Λευκονοικιάτες τον πρώτο καιρό και έλεγαν τα βάσανά τους και έβρισκαν παρηγοριά μεταξύ τους. Τον πρώτο καιρό, τα πρώτα χρόνια καλύτερα, ήταν μαρτυρικά για όλους εμάς τους πρόσφυγες. Και όπως έλεγε και ο μ. τέως Δήμαρχος της Αμμοχώστου μας, ο Αλέξης Γαλανός: «Πετούσαμε ψηλά και μας έκοψαν τα φτερά και προσγειωθήκαμε στο έδαφος».
Ανασκουμπώθηκαν η Πόπη με τον Τάκη να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους και το ρημαγμένο τους σπιτικό. Σε σπίτι που δεν ήταν δικό τους και δεν είχε καμία σχέση με το όμορφο καινούργιο σπίτι τους που άφησαν στην κωμόπολή μας. Κατά παρασάγγας η διαφορά από τη ζωή μας στο Λευκόνοικο! Πισωγύρισμα. Έπρεπε, όμως, να επιβιώσουν.
Η Πόπη ήταν μακριά από τα αδέλφια της, τη Δέσπω, τη Γιώτα και τον Κυριάκο, αλλά και από τη μητέρα της την αξέχαστη Παλεττού που ζούσε στα Λειβάδεια με τη Γιώτα. Ο πατέρας της, ο Γιαννής Καϊμακκάμης έμεινε πίσω στο κοιμητήριο του Λευκονοίκου. Ευτυχώς, δεν βίωσε την προσφυγιά.
Έτσι, η Πόπη μαζί με την πεθερά της, την Κατελού, σιγά-σιγά άρχισαν να κάνουν πράγματα που έκαναν και στην κωμόπολή μας. Να ανάβουν τον φούρνο της αυλής και να ψήνουν τα ψωμιά, τα κουλούρια, τις γρισταρκές, τις ελιόπιτες, τις χαλλουμόπιτες, τις τιτσιριόπιτες, τις τσιπόπιτές τους. Μαζί με τις γειτόνισσές τους. Πάντα ανοικτό το σπίτι της, όπως και η καρδιά της. Φιλόξενη ως Μεσαρίτισσα. Θυμάμαι πολύ τα πουρέκια της που τα έκανε αφάνταστα νόστιμα. Θυμάμαι πολύ έντονα πόση χαρά έκανε, όταν ήρθαμε και ετοιμάσαμε στο σπίτι της Γιάννας τα ζυμαρικά και τα φουρνιστά μας για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ μας. Θυμάμαι το χαμόγελό της, τη ζεστασιά της καρδιάς της, την άδολη ψυχή της.
Θεωρώ την Πόπη έναν ευλογημένο άνθρωπο, αφού ευτύχησε να αποκτήσει οκτώ εγγόνια και πέντε δισέγγονα. Μάλιστα, ικανοποίησε και μια μεγάλη επιθυμία της. Άκουσε τα ονόματα των γονιών της να συνεχίζονται στα δισέγγονά της, τον Γιάννη και τη Βαλεντίνα. Η Παλεττού και ο Γιαννής, χάρη στην εγγονή της Κάλλια, συνεχίζουν να ζουν στην οικογένειά της.
Αγαπημένε μου Τάκη, ξέρω ότι ο καημός και η οδύνη σου είναι αφάνταστη. Έχασες προσωρινά τον άνθρωπό σου, τη μεγάλη σου αγάπη. Να σου δίνει ο Θεός δύναμη και κουράγιο και να σε παρηγορήσει όπως αυτός μόνο ξέρει. Έχεις τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονά σου για συντροφιά. Στη Γιάννα και τον Φάνο, τη νύφη σου, Καίτη, και τον γαμπρό σου, Νίκο, στα εγγόνια και τα δισέγγονά σας εύχομαι την εξ ύψους παρηγορίαν. Να ζουν και να τη θυμούνται.
Καλοτάξιδη να είναι η πορεία σου προς το Φως, αγαπημένη μας Πόπη.
Αιωνία η μνήμη σου.
Καλό παράδεισο. Θα ζεις για πάντα στις ψυχές μας.
Να είσαι σίγουρη ότι σαν θα έρθει εκείνη η ευλογημένη ώρα, θα σε πάρουμε να αναπαυτείς στο Λευκόνοικό μας.
Μακαρία η οδός η πορεύει σήμερον…
Καλή αντάμωση!
Να προσεύχεσαι για μας εκεί κοντά στον Θεό που θα είσαι!