Επικήδειος στον Αντρέα Πάμπου
Πέμπτη, 25 Νοεμβρίου 2021
Εκκλησία Αγίας Φυλάξεως, Ώρα 11 π.μ.
Η εις Κύριον εκδημία του αγαπητού μας Ανδρέα μάς συνήγαγε όλους, και Λευκονοικιάτες και Μηλιώτες και φίλους από τη Λεμεσό και αλλού, για να τον ξεπροβοδίσουμε, απευθύνοντάς του τον ύστατο χαιρετισμό μας. Θεωρώ μεγάλη ευλογία και τιμή να αποχαιρετώ έναν επιφανή άνθρωπο της παιδείας, έναν ξεχωριστό συνδημότη μας, ο οποίος μόρφωσε εκατοντάδες παιδιά, σμίλεψε χαρακτήρες, μεταλαμπάδευσε αξίες και ιδανικά ακατάλυτα.
Μεγάλωσα, θεωρώντας τον έναν αφανή εργάτη των ελληνικών γραμμάτων. Χωρίς μεγαλοστομίες, αθόρυβα και ταπεινά, δούλεψε σε μικρά σχολεία και, εκεί όπου βρήκε πρόσφορο έδαφος, μεγαλούργησε.
Θα μιλήσω για τη δική μου εμπειρία στο Γυμνάσιο Λευκονοίκου. Τα παιδιά από τις Γούφες πετούσαν. Ξεχώριζαν. Ήταν ακονισμένο το μυαλό τους. Η Χρύσω και ο Λοΐζος Λοΐζου. Η Μυρούλα και η Παναγώτα Ταπεινού. Παιδιά άριστα, με ευφυία, ικανότητες, ήθος και γνώσεις που θα ζήλευαν και τα καλύτερα σχολεία των μεγαλουπόλεων με δασκάλους μεγαλόσχημους, με περγαμηνές και προαγωγές.
Ήταν τόσο έτοιμα για το Γυμνάσιο, και στα Ελληνικά και στα Μαθηματικά, μάλλον ήξεραν και την ύλη του Γυμνασίου. Δεν θα ξεχάσω τη Μυρούλα τη συμμαθήτριά μου η οποία ήταν σαΐνι στα Μαθηματικά αλλά και στη Γραμματική! Πολύ δουλεμένη. Κάποιος είχε εγκύψει με αγάπη και πάθος και ζήλο πάνω σε αυτά τα παιδιά του μονοδιδάσκαλου σχολείου.
Από μαθήτρια κατάλαβα ότι είχαμε ένα φαινόμενο δασκάλου ο οποίος με μεθοδικότητα και όρεξη πολλή, με φοβερή μεταδοτικότητα και υπομονή, με παιδαγωγική αυστηρότητα, φύτευε στα παιδικά μυαλά γνώσεις που κανένας δεν υποπτευόταν. Τα μάθαινε πώς να μαθαίνουν. Είχε απαιτήσεις. Τους δίδασκε την εργατικότητα, την επιμονή, την εντιμότητα και την αξιοπρέπεια. Τις δικές του αρετές. Δούλευε συστηματικά την αριστεία. Πόσο πιο μπροστά από την εποχή του ήταν. Και ποτέ δεν ζήτησε ανταλλάγματα.
Για τον Αντρέα ταιριάζει η φράση των αρχαίων, «λάθε βιώσας». Βεβαίως, εμείς από παιδιά, καταλάβαμε τι διαμάντι ήταν. Η ματιά του τον πρόδιδε. Πρόδιδε τη μεγάλη ευστροφία, την εμβρίθεια, την εξυπνάδα του, τη μεγάλη θέληση και αποφασιστικότητα. Όταν, μάλιστα, μιλούσε, ήταν τόσο πειστικός στα επιχειρήματά του, πάντα με ένα γλυκό χαμόγελο, με ευγένεια, καλοσύνη, διαλεκτικότητα, ανεκτικότητα, πραότητα.
Ο Ανδρέας Πάμπου γεννήθηκε στις 24 Ιουνίου του 1935 στη Μηλιά. Γονείς του ο Σωτήρης Π. Χατζηλοϊζής από τη Μηλιά και η Φωτεινή Καραγιώργη από το Λευκόνοικο. Είχε μία αδελφή, τη Χρυστάλλα. Φοίτησε τρία χρόνια στο Παγκύπριο Γυμνάσιο στη Λευκωσία και τρία χρόνια στο Παγκύπριο Εμπορικό Λύκειο της Λάρνακας.
Μετά την αποφοίτησή του δούλεψε δύο χρόνια στο Κτηματολόγιο και μετά τελείωσε την Παιδαγωγική Ακαδημία. Καταρχάς, εργάστηκε στη γενέτειρά του, τη Μηλιά, μετά στις Γούφες, στην Πυργά και τον τελευταίο χρόνο στον Άγιο Γεώργιο Σπαθαρικού. Από τότε είχα την απορία γιατί να μη διοριστεί στο Λευκόνοικο, αφού νυμφεύτηκε τη Ρίτσα του Σωτήρη και της Τζυπρούς, μοναχοκόρη, όμορφη, νοικοκυρά και καλοαναθρεμμένη, και ζούσε στην κωμόπολή μας, όπου ήδη είχε παντρευτεί και η αδελφή του Χρυστάλλα.
Μαζί με τη Ρίτσα απέκτησαν δύο παιδιά στο Λευκόνοικο, τη Φωτεινή και τον Σωτήρη. Η προσφυγιά τούς έφερε στη Λεμεσό, όπου γεννήθηκε ο Κύπρος. Δούλεψε με τον ίδιο ζήλο σε πολλά μεγάλα σχολεία της Λεμεσού αλλά και στο Κοιλάνι, και παντού άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις. Θα σταθώ μόνο στα δύο πρώτα χρόνια της προσφυγιάς που αποσπάστηκε στη Μέριμνα, και εκεί έδειξε όλη τη φιλευσπλαχνία του και την αγάπη προς τους πονεμένους πρόσφυγες που, όπως και ο ίδιος, ξεσπιτώθηκαν και προσπαθούσαν να επιβιώσουν.
Αγαπητοί μου Ρίτσα, Φωτεινή, Ανδρέα, Σωτήρη, Κύπρο, σε σας αλλά και στα εγγόνια του, εύχομαι να ζείτε να τον θυμάστε και να ακολουθείτε το παράδειγμα και τις διδαχές του.
Αγαπητέ μας Ανδρέα,
αφήνεις μνήμη αγαθή.
Καλό ταξίδι στον κόσμο τον αληθινό.
Καλό παράδεισο.
Η ψυχή σου τώρα λεύτερη πετά πάνω από τη Μηλιά και το Λευκόνοικο!
Καλή αντάμωση!
Μέμνησο και υπέρ Ημών!