Louiza Christodoulidou
15 Μαρτίου 2021
Η σημειολογία και ο συμβολισμός των χαρταετών στις Κλειστές πόρτες του Κώστα Μόντη, 1964, 49-50.
Στη διάρκεια των «τιμωρητικών κέρφιου» που επέβαλλαν οι Άγγλοι αποικιοκράτες, υψώνονταν χαρταετοί:
«Στα προάστεια, λοιπόν, εφευρέθηκαν κι οι χαρταετοί. Έβλεπες τις μέρες των κέρφιου εκατοντάδες χαρταετούς στον αγέρα που τους πετούσαν όχι πια παιδιά μα (φαντασθείτε την εικόνα) μεγάλοι άνδρες και γυναίκες. Πώς άρχισαν και τι έννοια είχαν δεν ξέρω. Ήταν κι αυτοί ένα ασήμαντο φαιδρό του Αγώνα ή είχαν κάτι άλλο βαθύτερο; Τους αμόλησε στον αγέρα μια παιδική σκέψη (για να μπερδευτούμε περισσότερο, να μη βρίσκουμε καθόλου από πού αρχίζουν τα παιδιά) ή το υποσυνείδητο (δεν ξέρω αν δεν είναι κοινό το υποσυνείδητο στους μεγάλους και στα παιδιά, αν έχει ηλικία –Γιατί νάχει; Μπορεί νάχει αντίστροφη); Ήταν αλήθεια, όπως έγραφαν οι ξένοι δημοσιογράφοι, μια απελπισμένη (τόσο απελπισμένη που να φτάνει το γελοίο) προσπάθεια λυτρώσεως από το κέρφιου ή ήταν απλώς ένα παιγνίδι; Έβλεπες όλους εκείνους τους σοβαρούς ηλικιωμένους ανθρώπους (ακόμα και γριές) ν’ αμολάν και να χαίρονται τον χαρταετό τους και φοβόσουνα μήπως οδηγούμαστε όλοι στην τρέλα. Ωστόσο, ό,τι και νάταν, έφταναν εκείνοι όλοι οι χαρταετοί των προαστείων απάνω από την περιτειχισμένη Λευκωσία κι έδιναν κουράγιο. Στους χαρταετούς συναντιόντουσαν ξανά (είναι ρομαντικό κι εξεζητημένο;) τα βλέμματα που χώρισε το κέρφιου (Ποιος ξέρει με ποιου το βλέμμα της γριάς). Κι είχαν οι περισσότεροι ένα γαλανόλευκο χρωματισμό. Έφερναν βόλτα απάνω από τις φυλακές και χαιρετούσαν, φτερούγιζαν την ψυχή μας απάνω από τις αγχόνες (Όχι, τώρα που το σκέφτομαι, δεν ήταν παιγνίδι ούτε έπρεπε έτσι απλώς να επιψαυσθεί σε αυτήν την αφήγηση).
Παιγνίδι και φαιδρό ήταν οι χαρταετοί των Εγγλέζων. Γιατί αναγκαζόντουσαν να φτιάχνουν και αυτοί χαρταετούς, καθώς τα μικρά Εγγλεζόπουλα ζήλευαν κι έκλαιγαν και χτυπούσαν τα πόδια (–Daddy, I want a kite too) (Άραγε νάταν για το χατίρι αυτών των παιδιών που δεν απαγορεύτηκαν οι χαρταετοί;) Κι αναγκαζόντουσαν (άντες ν’ αρνηθείς τώρα) όχι μονάχα να τους φτιάχνουν μα τις περισσότερες φορές και να τους πετούν οι ίδιοι (–Daddy, I can’t). Και τους πετούσαν (φαιδρό στο φαιδρό) οπλισμένοι, με το χέρι στο στεν ή με το περίστροφο έτοιμο!
(Για τους χαρταετούς αυτούς των Εγγλέζων πρέπει ν’ αναφέρω πως δεν τους έφτιαχναν σαν τους δικούς μας μα αλλιώτικους, έτσι όπως είχαν μάθει, ξέγνοιαστα παιδιά, στο Brighton και στο Bodmin. Κι έμοιαζαν εκείνοι οι αλλιώτικοι χαρταετοί ανάμεσα στους άλλους σαν ξένα, παράξενα αποδημητικά πουλιά).»
*Οι πίνακες είναι των Σπύρου Βασιλείου και Στέλιου Βότση, αντίστοιχα.