Γλώσσα-Ποίηση-Λογοτεχνία

Louiza Christodoulidou

29 Απριλίου, 2020

“Για τη σημερινή επέτειο της γέννησης και του θανάτου του Κωνσταντίνου Καβάφη επέλεξα ένα αγαπημένο ποίημα που συνομιλεί, ως γνωστόν, με ένα εξίσου αγαπημένο ποίημα του Charles Baudelaire. Το κρυμμένο καβαφικό ποίημα «Αλληλουχία κατά τον Βωδελαίρον» αφορά όντως μία φανερή περίπτωση μπωντλαιρικής διακειμενικότητας, εφόσον, εν είδει εγκιβωτισμού, ενσωματώνεται μια ελεύθερη απόδοση στίχων του γάλλου συμβολιστή από το σονέτο του «Correspondances». Ο Γ. Π. Σαββίδης σημειώνει ότι το καβαφικό ποίημα συνιστά «θεμελιακό κείμενο του μυστικιστικού συμβολισμού».
Και τα δύο ποιήματα δηλώνουν ότι οι μύστες ποιητές απολαμβάνουν την αρμονία, τη γαλήνη, τα χρώματα, τα αρώματα και τους ήχους του δάσους –ως ναού της Φύσης– ξυπνώντας τους αισθήσεις και συγκινήσεις που μόνο αυτοί έχουν την οξύνοια να διαβλέπουν και να συναισθάνονται: «Μη μόνον όσα βλέπετε πιστεύετε./Των ποιητών το βλέμμα είν’ οξύτερον./Οικείος κήπος είν’ η φύσις δι’ αυτούς”.

Κ. Π. Καβάφης
Αλληλουχία κατά τον Βωδελαίρον

Τ’ αρώματα μ’ εμπνέουν ως η μουσική,
ως ο ρυθμός, ως οι ωραίοι λόγοι,
και τέρπομαι οπόταν εν αρμονικοίς
στίχοις ο Βωδελαίρος ερμηνεύει
όσα απορούσα η ψυχή και ασαφώς
αισθάνετ’ εν αγόνοις συγκινήσεσιν.

Είναι ναός η Φύσις όπου ζωνταναί
στήλαι συγκεχυμένας λέξεις κάποτε
εκφέρουσιν. Ο άνθρωπος εκεί περνά
μέσω πυκνών δασών συμβόλων, άτινα
με βλέμματα οικεία τον παρατηρούν.

Ως παρατεταμέναι σμίγουσιν ηχοί
από μακράν εν μια ενώσει ζοφερά,
εν μια ενώσει ως το σκότος αχανεί
και ως το φως, ούτω ανταποκρίνονται
τα χρώματα, οι φθόγγοι, και τ’ αρώματα.

Υπάρχουν ευωδίαι ως το δέρμα των
παιδίων δροσεραί· γλυκείαι ως αυλοί·
πράσιναι ως λειμώνες.

“Άλλαι πλούσιαι
είναι, διεφθαρμέναι, θριαμβευτικαί·
ορμάς του πνεύματος και των αισθήσεων
υμνούσαι· την διάχυσιν κατέχουσαι
πραγμάτων απεράντων – ως η άμβαρις,
ο μόσχος, και ο στύραξ, και το λίβανον”.

Μη μόνον όσα βλέπετε πιστεύετε.

Των ποιητών το βλέμμα είν’ οξύτερον.

Οικείος κήπος είν’ η φύσις δι’ αυτούς.

Εν παραδείσω σκοτεινώ οι άνθρωποι
οι άλλοι ψηλαφώσι δρόμον χαλεπόν.
Κ’ η μόνη λάμψις ήτις κάποτ’ ως σπινθήρ
εφήμερος φωτίζει της πορείας των
την νύκτα, είναι σύντομός τις αίσθησις
μαγνητικής τυχαίας γειτνιάσεως –
βραχεία νοσταλγία, ρίγος μιας στιγμής,
όνειρον ώρας της ανατολής, χαρά
αναίτιός τις αιφνιδίως ρέουσα
εν τη καρδία κ’ αιφνιδίως φεύγουσα.


  • Κοινοποιήστε: