Ιστορία

Του Πέτρου Παπαπολυβίου*

Ο Χαράλαμπος Μάλης υπήρξε ο πιο διακεκριμένος Κύπριος αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης. Σημαντικά στοιχεία για τον Μάλη έρχονται στο φως στο υπό έκδοση βιβλίο μου «Πτυχές και διαθλάσεις του κυπριακού 1821: Πρόσωπα, σχέδια και σκιές» (εκδόσεις «Ρίζες», Λευκωσία 2022).

Ο Μάλης (γενν. 1782) μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργαζόταν ως δάσκαλος. Τον κατήχησε ο Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας). Σε αυτοβιογραφικό του σημείωμα ο Μάλης αναφέρει ότι τον Αύγουστο του 1820 προσκλήθηκε στο Ισμαήλι της Βεσσαραβίας από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος του ανέθεσε να ταξιδέψει στην Πελοπόννησο. Η παρουσία του Μάλη στο Ισμαήλι, στην κρίσιμη συνέλευση των Φιλικών, μας επιτρέπει την υπόθεση για ενδεχόμενη ανάμειξή του στη συγγραφή του ΙΕ΄ άρθρου του «Γενικού Σχεδίου» της Φιλικής Εταιρείας για την Επανάσταση. Το συγκεκριμένο άρθρο, αφιερωμένο στη συνδρομή της Κύπρου, αναφέρεται στην υποσχεθείσα βοήθεια στα σχέδια της Εταιρείας από τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό.

Στα τέλη του 1820 ο Μάλης κατήλθε στην Ελλάδα και μέχρι την έκρηξη της Επανάστασης, είτε συνοδεύοντας τον Παπαφλέσσα είτε μόνος, παρευρέθηκε στις κρίσιμες διαβουλεύσεις με τους κληρικούς και προκρίτους της περιοχής, ενώ επιφορτίστηκε τη διανομή των όπλων και πυρομαχικών στους οπλαρχηγούς. Μετά την Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, όταν συστάθηκε η Προσωρινή διοίκηση, τον Μάρτιο του 1822 διορίστηκε γενικός γραμματεύς του «Μινιστερίου της Θρησκείας» και λίγες βδομάδες αργότερα του ανατέθηκαν και τα καθήκοντα του γραμματέως στο αντίστοιχο «Μινιστέριον του Δικαίου». Τον Ιούνιο του 1823 διατάχθηκε να ακολουθήσει ως γραμματέας το μέλος του Εκτελεστικού Ανδρέα Ζαΐμη στο υπό συγκρότηση στρατόπεδο των Παλαιών Πατρών. Έμεινε δίπλα στον Καλαβρυτινό πολιτικό μέχρι τον Ιούλιο 1824.

Από τον Αύγουστο του 1824 ο Μάλης εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο και αφιερώθηκε στην οργάνωση εκστρατείας για την απελευθέρωση της Κύπρου. Όπως γράφει στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, το σχέδιό του, που είχε καταθέσει στη Διοίκηση, βασιζόταν σε δύο προϋποθέσεις: Να δανειζόταν η Κύπρος «τουλάχιστον 20 μιλιούνια γρόσια» και να αποστελλόταν μια μικρή ομάδα στο «Λιβάνιον Όρος» για να επιβεβαιωνόταν η διάθεση εξέγερσης και το φιλελληνικό πνεύμα «των Λιβανίων». Ο Μάλης υποστήριξε τον δανεισμό της Κύπρου, «διότι είναι νήσος πλουσία» και οι κάτοικοι έπρεπε να υποστούν και οι ίδιοι θυσίες για την ελευθερία τους. Παρουσίασε με υπερβολική αισιοδοξία τα οφέλη από έναν τέτοιο αντιπερισπασμό που θα περιόριζε τον «Σατράπη της Αιγύπτου» και τον Σουλτάνο και θα επέτρεπε στους Έλληνες («αν ασπασθώσι την ουράνιον ομόνοιαν») να εκστράτευαν στην Κρήτη και σε άλλα νησιά και να πετύχαιναν την ανεξαρτησία τους.

Η αποστολή στον Λίβανο

Τελικώς, το Βουλευτικό και το Εκτελεστικό σώμα ενέκριναν στα τέλη Μαΐου 1825 την αποστολή στον Λίβανο των Ευδοκιάδος Γρηγορίου, Χ’’ Στάθη Ρέζη και Μάλη. Η τριμελής «Πρεσβεία» δεν έμελλε να ευδοκιμήσει. Ενώ βρίσκονταν ακόμη στη Σύρο διαφώνησαν για το δρομολόγιό τους, αφού μόνο ο Μάλης ήθελε να περάσουν πρώτα από την Κύπρο. Ύστερα από αρκετές μέρες συμφώνησαν να ακολουθήσουν το σχέδιό του αλλά μόνο προσχηματικά. Προς έκπληξη και οργή του Κύπριου αγωνιστή το πλοίο τους κατευθύνθηκε στις ακτές της Βηρυτού, όπου ο Μάλης τους παρέδωσε τα επίσημα έγγραφα και αποχώρησε επιστρέφοντας στην Ελλάδα. Υποθέτουμε ότι διήλθε μεταμφιεσμένος από τη γενέτειρά του (Οκτώβριος 1825), όπου συνάντησε τους αρχιερείς και τους προκρίτους και τους παρέδωσε τις επιστολές από τη Διοίκηση της επαναστατημένης Ελλάδας.

Μόλις επέστρεψε ο Μάλης στο Ναύπλιο, τον Ιανουάριο του 1826, προέβη σε καταγγελίες εναντίον του συμπατριώτη του Κυπριανού Βικέντιου και του Ηπειρώτη αγωνιστή, Χατζημιχάλη Νταλιάνη, επειδή ετοίμαζαν χωρίς την έγκριση της Διοίκησης εκστρατεία στον Λίβανο και στην Κύπρο. Ο Μάλης θεωρούσε ότι τα «ανόητα κινήματα» είχαν μοναδικό σκοπό τη λαφυραγωγία και ως ανοργάνωτα θα δημιουργούσαν πλήθος προβλημάτων στην εικόνα και στις σχέσεις της Ελλάδας και θα προκαλούσαν εξανδραποδισμό των ομογενών. Διατάχθηκαν ανακρίσεις, όμως η «εκστρατεία» υλοποιήθηκε, από τους Νταλιάνη, Βάσο Μαυροβουνιώτη και Νικόλαο Κριεζιώτη, οι οποίοι ουσιαστικά επιζητούσαν να απολαύσουν τις μεγαλόστομες υποσχέσεις του Ρέζη για αμύθητα κέρδη στον Λίβανο. Οι φόβοι του Κύπριου αγωνιστή αποδείχθηκαν υπερβολικοί ως προς τις συνέπειες στην Ελλάδα και στην Κύπρο, όμως η επιχείρηση στην οποία πήραν μέρος κατά τις πηγές 10-14 πλοία και 800-2.600 άνδρες, εξελίχθηκε σε φιάσκο, τις ίδιες ώρες που η παρουσία τους ίσως αποδεικνυόταν σωτήρια για τους απελπισμένους πολιορκημένους του Μεσολογγίου.

Ο Μάλης από τον Αύγουστο του 1826 έφυγε από την Πελοπόννησο. Όπως ισχυρίζεται, οι καταγγελίες του είχαν δημιουργήσει άσχημο κλίμα και κινδύνους για τη ζωή του. Έλειψε από την Ελλάδα για μια διετία και δεν αποκλείεται να επέστρεψε στη Δαμασκό ή στην Κύπρο. Επί Καποδίστρια ο Μάλης διορίστηκε γραμματέας της «Εκτάκτου Επιτροπείας της Ήλιδος» και στην περίοδο της αντιβασιλείας, το 1833-1835, διετέλεσε έπαρχος Κυνουρίας. Αργότερα δεν διορίστηκε αλλού, παρά τα συνεχή αιτήματά του. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου τα έξοδα ήταν μεγαλύτερα και οι αντοχές του ελαττώνονταν. Τον Μάιο του 1837 έγραψε στον Αναστάσιο Πολυζωίδη ότι λιμοκτονούσε, έχοντας αναγκαστεί να πουλήσει ό,τι είχε, ακόμη και πολλά βιβλία του. Όπως οι περισσότεροι Αγωνιστές του 1821 πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε τραγική οικονομική κατάσταση ζητώντας, επί ματαίω, «έλεος ανάλογον με τας θυσίας και την παρούσαν ένδειαν»…

* Αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου

Πηγή: philenews.com

 


  • Κοινοποιήστε: