Ομιλίες- Χαιρετισμοί

80 χρόνια Δήμου Λευκονοίκου

 

Λευκόνοικο πολυαγαπημένο!

«Εσού που τ’ άλλα τα χωρκά

είχιες μιαν άλλην χάριν

ήσουν μια αμματόπετρα

της Μεσαρκάς καμάριν!»

 

Ευλογημένη γη του Λευκονοίκου μας!

Γη ελληνική, των Αχαιών, των Μυκηναίων, των ηρώων του Ομήρου. Από τον 7ο π.Χ. αιώνα η σκαπάνη των αρχαιολόγων έφερε στο φως Ιερό, αφιερωμένο στον Θεό του φωτός, τον Απόλλωνα!

Αψευδείς μάρτυρες τα αγάλματα που κοσμούν το Κυπριακό Μουσείο.

 

Κυρία Πρόεδρε,

Αγαπητοί φίλοι και αγαπητές φίλες,

Καταρχάς, θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς τον αγαπητό φίλο Δήμαρχο της πόλης του Σεράγιεβο, τον κ. Abdulah Skaka, για την ευγενική του πρόσκληση να παραστούμε εδώ στην 30η Σύνοδο( General Assemlpy of IAPMC) στην ιστορική πόλη του Σεράγιεβο, την πόλη που γνωρίζουμε από τα μαθητικά μας χρόνια, αλλά και από τα πάθη της τα πιο πρόσφατα, και ερχόμαστε εδώ προσκυνητές της αντοχής και του μεγαλείου των ανθρώπων της.

Έτσι, αφού βρισκόμαστε σε μια πόλη που πάρα πολύ πόνεσε, θα σας μιλήσω κι εγώ για έναν παρόμοιο πόνο. Θα σας πω μια ιστορία που την έζησα στα 19 μου χρόνια, το 1974. Τον προηγούμενο χρόνο, τον Σεπτέμβριο του 1973, άνοιξα τα φτερά μου για να υλοποιήσω το μεγάλο μου όνειρο να σπουδάσω Ελληνική Φιλολογία και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αρχές Ιουλίου γύρισα πίσω στην Κύπρο για τις διακοπές του καλοκαιριού.

Ήταν ένα δροσερό πρωινό του Σαββάτου. 20 Ιουλίου. Μαζί με μια φίλη μου που φιλοξενούσα από την Αθήνα, ετοιμάζαμε στη βεράντα μας ένα παραδοσιακό φαγητό, τα «κουπέπια», τα ντολμαδάκια, όπως τα λένε στην Ελλάδα, που είναι κιμάς με ρύζι, ντομάτα τριμμένη και μπαχαρικά, τυλιγμένος σε κληματόφυλλα. Ξάφνου, μας πέφτουν από τα χέρια τα κουπέπια που τυλίγαμε. Ένα σμήνος αεροπλάνων πέταξαν από πάνω μας και έριχναν βόμβες. Εκκωφαντικός θόρυβος. Πανικοβληθήκαμε. Τρέξαμε μέσα αλαφιασμένες. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Απέναντι, βόρεια της Λευκωσίας, της πρωτεύουσας του νησιού μας, προς το βουνό μας, φαίνονταν να πέφτουν αλεξιπτωτιστές. Ο ουρανός γέμισε από αλεξίπτωτα. Καπνοί στο βάθος του ορίζοντα.

Άρχισε ο πόλεμος για μας. Νέοι άνδρες έτρεξαν να καταταγούν στον στρατό για να αντιμετωπίσουν τον Τούρκο εισβολέα. Ο Αττίλας, όπως ονομάστηκε η επιχείρηση των Τούρκων που εισέβαλαν με τη δύναμη των όπλων σε ένα ανυπεράσπιστο νησί, στα τέλη του 20ου  αιώνα, ήρθε στην Κύπρο. Τρεις μέρες κράτησε ο πόλεμος, μέχρι τη Δευτέρα το απόγευμα που έγινε εκεχειρία.

Εμείς και τις τρεις μέρες αποφασίσαμε να μένουμε στο σπίτι της γειτόνισσάς μας που είχε τρεις ταράτσες, για να προστατευτούμε από τους βομβαρδισμούς. Βλέπαμε τα αεροπλάνα να πετούν από πάνω μας και να ρίχνουν βόμβες. Είχαμε νεκρούς και πολλές ζημιές στην κωμόπολή μας.

Με την πρώτη εισβολή, έγιναν πρόσφυγες οι Κερυνιώτες. Εμείς, καθισμένοι στα αναπαυτικά μας καθίσματα στη βεράντα μας, παρακολουθούσαμε τους πρόσφυγες της Κερύνειας και λέγαμε: «Μάνα μου, τους καημένους!». Πραγματικά, λυπόμασταν, αλλά ήμασταν στα σπίτια μας, στην καλοπέρασή μας, στα καλά μας.

Καταλάβαμε τι θα πει πρόσφυγας, όταν στις 14 Αυγούστου 1974, άρχισαν ξανά τα αεροπλάνα να πετούν από πάνω μας από τις 4 το πρωί, κι εμείς πανικοβλημένοι, τρέξαμε σε ένα διπλανό χωριό για να γλυτώσουμε από τους βομβαρδισμούς κάτω από τα δέντρα. Πήραμε μαζί μας καρπούζι, χαλλούμι και ψωμί για να περάσουμε τη μέρα μας.

Το απόγευμα, ξεκινήσαμε να πάμε πίσω στο σπίτι μας, αλλά έξω από το Λευκόνοικο, μας σταμάτησαν στρατιώτες και μας είπαν να φύγουμε προς τα νότια του νησιού, γιατί οι Τούρκοι έρχονται προς το Λευκόνοικο με τα τανκς.

Με τις σαγιονάρες και με  ένα απλό τιραντωτό φόρεμα, φύγαμε από το σπίτι μας. Έμειναν όλα πίσω μας. Όλα τα αγαπημένα μας πράγματα. Φωτογραφίες, βιβλία, κεντήματα, ασημικά, χρυσαφικά, υφαντά, ρούχα, αυτοκίνητα, πορσελάνες…

Κι εμείς μια αυτοκινητοπομπή να τρέχουμε να σωθούμε. Από πάνω μας τα αεροπλάνα.

Γίναμε πρόσφυγες στις 14 Αυγούστου του 1974. Το πρώτο βράδυ κοιμηθήκαμε στο αυτοκίνητο. Μετά, όπου έβρισκε ο καθένας. Το μισό νησί στοιβάχτηκε στο άλλο μισό. Μεγάλος πόνος έπεσε σαν μάθαμε ότι πολλά παλληκάρια μας χάθηκαν στον πόλεμο. Τότε παύεις να σκέφτεσαι τα υλικά πράγματα. Τις περιουσίες που χάθηκαν. Τα σπίτια και τα χωράφια. Μόνο ο άνθρωπος μετρά.

Είμαστε πρόσφυγες 45 χρόνια τώρα. Επιβιώσαμε με στερήσεις, σκληρή δουλειά και επιμονή. Ελπίδα ότι θα έρθει η ώρα να επανενώσουμε το νησί μας. Να ζήσουμε με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας σε συνθήκες ασφάλειας και ευημερίας. Εμείς ως Δήμος έχουμε πολύ καλές σχέσεις με τους Τουρκοκύπριους που ζουν στον τόπο μας και προσπαθούμε να βρούμε κανάλια επικοινωνίας, γιατί θέλουμε να επιστρέψουμε στη γη των προγόνων μας.

Φέτος, γιορτάζουμε τα 80χρόνια του Δήμου μας στην προσφυγιά. Ένας Δήμος που ήταν εμπορικό, οικονομικό, πνευματικό και πολιτιστικό κέντρο, που ανθούσε σε όλους τους τομείς και γέννησε άξια τέκνα, ανθρώπους του μέτρου, ηθικούς, φιλομαθείς, πνευματικούς και πεπαιδευμένους, με ανεπτυγμένο το αίσθημα της κοινωνικής προσφοράς και της αγάπης προς τον πλησίον. Που γέννησε έναν Εθνικό Ποιητή, τον Βασίλη Μιχαηλίδη, έναν σεπτό και φωτισμένο Ιεράρχη, ακραιφνή πατριώτη, τον Κιτίου Κυπριανό, δύο σκαπανείς του Συνεργατικού Κινήματος, τον Ιωάννη Οικονομίδη και τον Μάρκο Χαραλάμπους, έναν Άρχοντα Πρωτοψάλτη, τον Θεόδουλο Καλλίνικο, τον οικονομολόγο Χριστοφή Οικονομίδη, πλειάδα αγωνιστών της ελευθερίας της πατρίδας μας που ανταποκρίθηκαν σε κάθε κάλεσμα της Ελλάδας, ήρωες και μάρτυρες για την ελευθερία του νησιού μας, Δημάρχους ευγενείς, ευπρεπείς και δυναμικούς, πρώην Υπουργούς και βουλευτές, απλούς ανθρώπους της γης, σπουδαίους γεωργούς, τεχνίτες ξακουστούς, γυναίκες νοικοκυρές, άξιες, έξυπνες, μορφωμένες, δραστήριες και ταλαντούχες.

Το Λευκόνοικο είχε από τα τέλη της δεκαετίας του 1930, Ανωτέρα Σχολή και μετά το Γυμνάσιο Λευκονοίκου, που στις 26 Μαΐου του 1968, εγκαινιάστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και η Αίθουσα Τελετών του Γυμνασίου μας, δωρεά του μεγάλου ευεργέτη μας, Γεώργιου Καμιντζή.

Η αρχόντισσα της Μεσαορίας πρωτοστατούσε σε όλους τους τομείς, πρωτίστως στον γεωργικό και τον τεχνολογικό τομέα, με παράδειγμα  την πρώτη αλωνιστική σε όλο το νησί, ήταν ο σιτοβολώνας

της Κύπρου, είχε μεγάλες Αποθήκες Σιτηρών,  Δικαστήριο, Νοσοκομείο, Κτηματολόγιο, Γεωργικό Τμήμα, Τράπεζες, Δημοτική Αγορά, Ταχυδρομείο, Σωματεία, Μεικτή Τετράφωνη Δημοτική Χορωδία, Φαρμακεία, Ιδιωτικά Ιατρεία, κέντρα αναψυχής, όπως το εξοχικόν Κέντρον «Πανόραμα», σινεμά θερινά και χειμερινό, το Αγροτόσπιτο Λευκονοίκου, Ζαχαροπλαστεία και Εστιατόρια, Χρυσοχοεία,  Μηχανουργεία, πρότυπα για όλο το νησί, και πολλά άλλα.  Στο Λευκόνοικο έγινε η πρώτη Παγκύπρια Γεωργική Έκθεση το 1920.

 

Σήμερα, που γιορτάζουμε τα 80 χρόνια του Δήμου μας, θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι ως Δήμος Λευκονοίκου είμαστε ένας πολύ ενεργός Δήμος στην προσφυγιά. Έχουμε ιδιόκτητο οίκημα το οποίο κτίστηκε από δωρεές δικών μας και φίλων μας, στο οποίο διοργανώνουμε πολλές εκδηλώσεις πολιτιστικού χαρακτήρα, αφού στόχος μας είναι η διατήρηση της κουλτούρας, της Μνήμης, της Παράδοσης και του Πολιτισμού μας. Αγαπάμε πολύ τον τόπο μας, έστω και από μακριά, αγαπάμε τους ανθρώπους μας, συντηρούμε τον πολιτισμό μας και τον μεταλαμπαδεύουμε στις νεότερες γενιές. Ανάμεσα στις εκδηλώσεις μας είναι και η τιμή σε εξαίρετους ανθρώπους μας, όπως πριν από δύο χρόνια τιμήσαμε τον Εθνικό μας ποιητή, Βασίλη Μιχαηλίδη, τιμήσαμε 50 καθηγητές του Γυμνασίου μας μαζί με την Ιερά Μονή Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους, τιμήσαμε τις πολύτεκνες μάνες, έναν ήρωα της Φραγκοκρατίας, τον Ρε Αλέξη, συμμετέχουμε σε φεστιβάλ και ετοιμάσαμε παραδοσιακές γιορτές για τα ζυμαρικά μας, το οφτόν μας, παίρνουμε τους νέους μας να γνωρίσουν τη γενέτειρά μας, κάνουμε λειτουργίες στις εκκλησίες μας, όποτε μας δώσουν άδεια οι Τούρκοι, και πολλά άλλα. Κυρίως, όμως, το  έργο μας είναι η διαφώτιση στο εσωτερικό και το εξωτερικό, γι’ αυτό ετοιμάσαμε και ένα ντοκιμαντέρ με αφηγήσεις ανθρώπων κάποιας ηλικίας το οποίο προβάλλουμε συνεχώς, όπως σε πόλεις της Ελλάδας, και στο Λονδίνο, τη Βιέννη και φέτος στο Βερολίνο. Επίσης, ως Δήμαρχος μιλώ στα παιδιά των σχολείων για τον Δήμο μου, συμμετέχω σε πολλές εκπομπές στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, αλλά και δημοσιεύω άρθρα συνεχώς στον τύπο για να μην ξεχαστεί η προσφυγιά μας.

 

Σήμερα που το Λευκόνοικο είναι για μας μια ανάμνηση και για τα παιδιά μας ένας ερειπωμένος τόπος , που η γη μας δεν μας ανήκει τυπικά, αλλά ψυχικά και ουσιαστικά είναι και θα είναι δική μας, μόνο τον πολιτισμό μας έχουμε και την παρακαταθήκη των προγόνων μας για να αντέξουμε στους καιρούς της θλίψης και της δοκιμασίας. Έχουμε το πνεύμα ενάντια στην ύλη, το μέτρο στην ύβρη, την ομορφιά στην ασκήμια.

Με τον πολιτισμό μας, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κώστας Γεωργοσόπουλος «θα πνίξουμε τα διεθνή κέντρα αποφάσεων που δεν ακούνε τον βραχνά μας». Ίσως τότε αντιληφθούν ότι αυτά τα χώματα κι αυτές οι πέτρες κουβαλούν τριών χιλιετηρίδων ελληνική ιστορία.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


  • Κοινοποιήστε: