Γλώσσα-Ποίηση-Λογοτεχνία

Τα τελευταία λόγια του Παλληκαρίδη μπροστά στην αγχόνη

Εγώ Ευαγόρας, ο Παλληκαρίδης
μα την Αλήθεια του Θεού του ζώντος
(δεν εξαιρώ βεβαίως την Αφροδίτη-
πάντα μου άρεσε, το μολογώ,
να με θρηνεί το σώμα της ολόκληρο),
εγώ Ευαγόρας, σας το ξαναλέω,
πως άλλο είναι να είσαι στο κελί σου
κι άλλο να σε πηγαίνουν στη θηλιά.
Προχτές που κάτι Εγγλέζοι στρατιώτες
περνούσαν οι καημένοι τραγουδώντας
«τι όμορφος σαν θα ‘σαι κρεμασμένος»,
τους άκουγα, δεν πίστευα στ’ αυτιά μου
πως είχε τόσες δάφνες ο ουρανός.
Ανάσταση μυρίζει, λάμπει ο κάμπος
από τα περιστέρια και ψηλά,
σιμά στον ήλιο, υποταγμένοι κήποι,
ρητά τριαντάφυλλα και μοσχοβόλοι αγγέλοι
τινάζουν τις φτερούγες τους. Χαρά!
Δόξα, χαρά, δεν ξέρω, κάπως έτσι.
Πιστέψτε με, δεν έχω επιλογή.
Κι αν στοργικά το θάνατο αγκαλιάσω,
αφόντας μου απολείψαν οι αετοί,
και κρίνω γενικά πως είναι ο κόσμος
μετά το ψυχορράγημα των άστρων
και τα βαθιά μεσάνυχτα, ένα τέλος
και μια αρχή, εξαρχής δημιουργώντας
ειρηνικά τα τέλη της ζωής.
Εγώ Ευαγόρας, όταν λέω μ’ άγγιξαν
οι καθαρογραμμένες κι ακριμάτιστες
της κρέμασής μου αισθήσεις, λογοκρίνοντας
τον αριθμό των αισθημάτων μου, δεν είχα
τι να προσθέσω – μόνο τους ανέντροπους
τους αποδομητές εκείνους Άγγλους
που ο βρόμος τους απλώθηκε ως την άκρη
της ένδροσής μου λευτεριάς.
Τους δίνω μια με του Ηρακλή το ρόπαλο
κι από κοντά οι πατρώοι θεοί
λιγώνονται στα γέλια…
Κι όπως μουγκαλίζαν
οι δυστυχείς μες στου Μαρτιού την πρασινάδα Ιγγλίνοι,
μικρόψωλοι, μικρόνευροι, λακτοκοπώ
την άψογη φαλάκρα της ψυχής τους
και μένω να κοιτώ τους κακοτύχερους
μ’ ένα του Χάρου πένθος στην καρδιά.
Γιατί κι αυτοί, μα την αλήθεια, μα την Αφροδίτη,
γεννήθηκαν να ζουν στην Ομορφιά
κι όχι να καμπανίζουνε συστήματα
τ’ αασύστολου και μίζερου Εωσφόρου.
(Από την ποιητική συλλογή «Η Νύχτα των Κήπων», που θα κυκλοφορήσει προσεχώς από τις εκδόσεις Ίκαρος)


  • Κοινοποιήστε: