Της Ζήνας Λυσάνδρου-Παναγίδη,
Δημάρχου Λευκονοίκου
Εκδήλωση Λυκείου Ελληνίδων Αμμοχώστου
Τετάρτη, 11 Μαΐου 2022, Ώρα: 4:30 μ.μ.
«Ατλάντικα Όασις»
«Εδώ είναι μια πόλη, θάλασσα και φως!
Εδώ είναι μια πόλη, όχι του ονείρου,
μα της ψυχής μας αγκωνάρι»
Καταρχάς να μου επιτρέψετε να ευχαριστήσω από καρδιάς την αγαπητή μου συνάδελφο Γραμματέα και την Πρόεδρο του Λυκείου Ελληνίδων, όπως και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου για την τιμητική τους πρόσκληση να μιλήσω σήμερα για την αγαπημένη όλων μας, τη μακαριστή Κλαίρη Αγγελίδου.
Μία από τις πολλές ευλογίες που είχα στη ζωή μου ήταν να υπηρετήσω στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, την πολυαγαπημένη μου, αξέχαστη Κλαίρη Ξενίδου- Αγγελίδου. Με τίμησε με την πρότασή της να είμαι δίπλα της στο Υπουργείο στο Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων της Υπουργού.
Το θεώρησα μεγάλη τιμή να υπηρετήσω τη μ. Κλαίρη Αγγελίδου. Οφείλω τη συνεργασία μου μαζί της στην αγαπημένη μου φιλόλογο, κ. Κυριακή Παρασκευά, από την κωμόπολή μας, η οποία και μου γνώρισε την κ. Αγγελίδου κάποια χρόνια πριν, εκφράζοντάς της και την αγάπη της για μένα. Από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας ένιωσα ότι είχα μπροστά μου έναν υπέροχο άνθρωπο αρετής, μια κυρία με ευπρέπεια, καλοσύνη, αρχοντιά και ευγένεια ψυχής. Έναν πνευματικό άνθρωπο, με αρχές και ιδανικά, με αξιοπρέπεια, σεμνότητα, στωικότητα, ηπιότητα, μια αγωνίστρια της πατρίδας μα και της ζωής, μια όμορφη γυναίκα που σε τύλιγε με τη θαλπωρή της αγάπης της.
Ασφαλώς, τη θαύμαζα από χρόνια. Θαύμαζα τις αρχές και τα ιδανικά της, τα πολυποίκιλα ταλέντα της, την πολυσχιδή δράση της, τον δυναμισμό, την αγωνιστικότητά της. Τη θυμάμαι στο Λύκειο Ελληνίδων Αμμοχώστου με την αείμνηστη Μαρία Π. Ιωάννου. Κι ύστερα, μετά την εισβολή, την ξανάκουσα και την ξαναείδα στη Δερύνεια, στα τσαντίρια, που ξεσήκωσε τις καρδιές και τις ψυχές μας.
Αναντίλεκτα, σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής της εκείνο που της έδινε δύναμη ήταν η μεγάλη πίστη της στον Θεό.
Έτσι, με τη βοήθεια του Θεού, με τη δύναμη της προσευχής, κατάφερε να αντιμετωπίσει την εισβολή και τον ξεριζωμό, αλλά κυρίως να σταθεί στα πόδια της μετά τον χαμό του πολυαγαπημένου της Νίκου Αγγελίδη, του φοιτητικού της έρωτα, του συναγωνιστή της την περίοδο του αγώνα, του πατέρα των παιδιών της και τρυφερού συζύγου της. Η προσευχή την κράτησε τα τέσσερα χρόνια και κάποιους μήνες της θητείας της, όπως παραδέχεται η ίδια στο έργο της:
ΚΛΑΙΡΗ ΑΓΓΕΛΙΔΟΥ
Το πέρασμα μιας γυναίκας από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου(1993-1997)
«Προβλήματα, κακεντρέχειες, υπουλότητες, στημένα σχέδια, φθόνος, αλλά αντίβαρο η αγάπη του κόσμου.Αυτή με σώζει».
Και όπως σχολιάζει πάλι η ίδια:
«Πολύ δύσκολα δέχεται η ανδροκρατούμενη κοινωνία μας μια γυναίκα σε μια θέση με πολιτικές διαστάσεις».
Οπωσδήποτε, τη μ. Κλαίρη Αγγελίδου τη γνώρισα καλύτερα τα δύο χρόνια που ήμουν μαζί της στο Υπουργείο. Δηλώνω με ειλικρίνεια και με περισσή ευγνωμοσύνη ότι αυτά τα δύο χρόνια μαζί της μού καθόρισαν τη μετέπειτα εξέλιξη της ζωής μου. Μαζί της γνώρισα πάρα πολύ κόσμο από όλες τις επαρχίες, αλλά κυρίως από την επαρχία Αμμοχώστου. Έτσι, ξεκίνησε η πορεία μου στην πολιτική. Κατά συνέπεια, της το οφείλω.
Δεν νομίζω να υπάρξει, ούτε υπήρξε άλλος Υπουργός με τέτοια δράση σε όλο το νησί. Καθημερινά αλώνιζε πόλεις και χωριά. Στις πιο πολλές εξορμήσεις της τη συνόδευα κι εγώ με μεγάλη χαρά. Κάθε Παρασκευή έπαιρνε μαζί της πάνω από έξη ή εφτά ομιλίες, γιατί το Σαββατοκυρίακο ήταν φορτωμένο από πρωίας μέχρι νυκτός. Σε πολλές περιπτώσεις, βεβαίως, μιλούσε από στήθους.
Αναντίρρητα, η απήχηση που είχε στον κόσμο ήταν μοναδική! Όλες οι κοινότητες, τα σωματεία, οι οργανώσεις , οι Δήμοι ήθελαν την Υπουργό Παιδείας να παρευρεθεί στις εκδηλώσεις τους. Το θεωρούσαν μεγάλη τιμή να είναι μαζί τους και της ανταπέδιδαν την τιμή που τους έκανε με πολλή αγάπη, την οποία εξέφραζαν ποικιλοτρόπως.
Πιστεύω ακράδαντα ότι ήταν η καλύτερη πρεσβευτής της κυβερνητικής πολιτικής του μ. Γλαύκου Κληρίδη.
Παρουσίαζε με πειθώ και καθαρότητα το έργο όχι μόνο το δικό της αλλά και όλης της κυβέρνησης. Μιλούσε με πολλή απλότητα και καλοσύνη σε όλους και όλες, η οποία δεν ήταν φτιασιδωμένη και προσποιητή, αλλά πηγαία που ανέβλυζε από την καρδιά της. Έδινε μεγάλη αξία στον άνθρωπο, ως εικόνα του Θεού. Ιδιαιτέρως αγαπούσε τα μικρά παιδιά και τους ηλικιωμένους, οι οποίοι την ένιωθαν τόσο κοντά τους και της μιλούσαν τόσο οικεία, με ανυπόκριτη αγάπη και ζεστασιά.
Της άνοιγαν την καρδιά τους, της εκμυστηρεύονταν τα μυστικά τους, της ζητούσαν να μεσολαβήσει για να αρθούν οι αδικίες που κάποιοι βίωναν ή νόμιζαν ότι βίωναν. Όλοι ήθελαν κάτι να της πουν, να της ζητήσουν ή απλώς να τη χαιρετίσουν, να της σφίξουν το χέρι με πολλή αγάπη. Παρόλο που ήταν κομματική, την αγαπούσαν και τη σέβονταν από όλους τους κομματικούς χώρους. Καθήλωνε τους πάντες ή σχεδόν τους πάντες, με την ομορφιά του λόγου της και της προσωπικότητάς της, γιατί υπάρχουν πάντα και κάποιοι δύστροποι χαρακτήρες…
Προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, θα ήθελα να προσθέσω ότι ένα άλλο στοιχείο που πρέπει να τονίσω ήταν η μεγάλη εργατικότητά της. Ήταν όντως ακούραστη, χαλκέντερη. Δεν είχε καθόλου χρόνο δικό της. Κοιμόταν ελάχιστες ώρες. Έτσι ήταν πάντοτε. Με τρεις ή τέσσερις ώρες ήταν εντάξει. Δούλευε ασταμάτητα. Πολλές φορές το φως στο γραφείο της στο Υπουργείο ήταν ανοικτό ως αργά μετά τα μεσάνυκτα. Πολλές φορές, όμως, έπαιρνε φακέλους και στο σπίτι και δούλευε. Αν δεν διάβαζε ή έγραφε, θα ήταν σε εκδηλώσεις. Δεν είχε καθόλου προσωπικό χρόνο. Μάταια, προσπαθούσε η γραμματέας της, η κ. Μαίρη, να βρει ένα μεσημέρι Κυριακής για να βρεθεί με τα παιδιά και τα εγγόνια της.
Αξίζει να τονίσω ότι μου είχε μεγάλη εμπιστοσύνη, μού έδειχνε απέραντη αγάπη, με στήριζε πάντα. Με έστελνε να την αντιπροσωπεύσω σε διάφορες εκδηλώσεις, κυρίως όταν έλειπε στο εξωτερικό ή συνέπιπταν κάποιες υποχρεώσεις της. Με προωθούσε διαρκώς. Στην περίπτωσή της δεν ίσχυε αυτό που λένε για ανταγωνισμό και ζήλεια… Ήταν ανεξίκακος άνθρωπος, όλο αγάπη, γλυκύτητα, τρυφερότητα.
Έμαθα πολλά από την μ. Κλαίρη, όπως το ότι πάντα ευχαριστούσε με επιστολή όποιον συνεργαζόταν μαζί του, φερόταν με πολλή ευγένεια στους συνεργάτες της, πάντα απλή και ταπεινή, συνεπής, ποτέ της δεν πρόσβαλε κανένα, δεν είχε οίηση και έπαρση, πάντα ανθρώπινη και προσιτή!
Δεν θα ξεχάσω, όταν μια μέρα ήρθε η Ελένη Φωκά και της διεκτραγωδούσε τα πάθη της στην Αγία Τριάδα. Αφού τη διαβεβαίωσε ότι θα μεταφέρει τη συνομιλία τους στον Πρόεδρο, την άκουσα να της λέει να γονατίσουν να προσευχηθούν μαζί, για να τη βοηθήσει η Παναγία. Και άρχισαν τις γονυκλυσίες…
Είναι πρόδηλο ότι αυτή η γυναίκα ποτέ της δεν ένιωσε μίσος, ή φθόνο ή ζήλεια για κανένα. Μόνο αγάπη. Ποτέ μου δεν την άκουσα να κατηγορεί κανένα, ίσα-ίσα που συγχωρούσε και όσους της έκαναν κακό, και ακόμη τους βοηθούσε, ενώ ήξερε ότι αυτοί της έσκαβαν τον λάκκο. Πολλές φορές έκανε πως δεν καταλαβαίνει, ενώ ήξερε πολύ καλά τι συμβαίνει. Γι’ αυτό την αγάπησα πολύ ως πνευματική μου μητέρα, και από τότε ένας όμορφος δεσμός μάς συνδέει μαζί με όλη την οικογένειά της, τα αγόρια της τα νιώθω ως αδέλφια μου.
Αξιοθαύμαστη, επίσης, ήταν η αντοχή της. Κοιμόταν πάντα πολύ λίγες ώρες. Είχε μια απίστευτη ευκολία να γεμίζει τις κόλλες της με τις αναμνήσεις της. Μετουσίωνε τον πόνο και την οδύνη του ξεριζωμού σε στίχους αλλά και σε πρόζα. Αυτός ήταν πάντα ο δικός της τρόπος αντίδρασης. Κάτι σαν κάθαρση ψυχής. Επιπλέον, ήταν ένας άνθρωπος ονειροπόλος, ιδεολόγος, οραματιστής. Μαζί με το όραμα, όμως, συνύφαινε και την πράξη. Έτσι, άφησε τη σφραγίδα της στα εκπαιδευτικά πράγματα του νησιού μας.
Ταυτόχρονα ήταν προικισμένη και με επικοινωνιακές ικανότητες, με προσήνεια, πάντα ευειδής και πρόσχαρη, αφτιασίδωτη και ανυπόκριτη, αυθεντική, σεμνή και διακριτική, σκλάβωνε όποιον τη γνώριζε, για τούτο και παντού, όχι μόνο στην Κύπρο, όπως αναφέραμε και πιο πάνω, αλλά και σε όλη την Ελλάδα το θεωρούσαν τιμή τους να την προσκαλέσουν στις εκδηλώσεις τους ως ομιλήτρια, που ομολογουμένως ήταν καταπληκτική. Ο λόγος της πάντα είχε την ποιητική μαγεία, πάντα συνάρπαζε το ύφος της, η θεατρικότητά της, η αμεσότητά της.
Δεν θα μπορούσα να ξεχάσω την έκπληξη που ετοιμάσαμε για τα 80χρονα του μεγάλου ποιητή μας, του αείμνηστου Κώστα Μόντη στο Υπουργείο, στις 18 Φεβρουαρίου το 1994. Τον κάλεσα να έρθει, χωρίς να υποπτευθεί τίποτα, και μόλις τον πήρα στο γραφείο της Υπουργού μας, τον περίμενε η τούρτα των γενεθλίων του και οι ευχές όλων μας. Συγκινήθηκε και ευχαριστήθηκε πάρα πολύ ο ποιητής μας.
Προχωρώντας παρακάτω, θα ήθελα να αναφερθώ και στις συναντήσεις που είχε στην Κύπρο και στο εξωτερικό με ομολόγους της Υπουργούς Παιδείας. Είχε την ικανότητα με τη λαμπερή προσωπικότητά της, την εγκαρδιότητα και την ταπεινοφροσύνη της να σκλαβώνει τους συνομιλητές της και να τους εμπνέει σεβασμό. Την τίμησαν πολλά Πανεπιστήμια και σύλλογοι σε όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπως την τίμησε και το Ίδρυμα Ωνάση, διορίζοντάς την μέλος του 15μελούς Διοικητικού Συμβουλίου.
Η ίδια, με δική της πρόταση, άλλαξε το Υπουργείο Παιδείας και το ονόμασε «Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού».
Αναβάθμισε, εξάλλου, την τότε Μορφωτική Υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας σε Τμήμα Πολιτιστικών Υπηρεσιών.
Ήταν Υπουργός με όραμα και πάθος. Στόχευε «να προσδώσει μια άλλη δυναμική στον πολιτισμό και τις πολιτιστικές δραστηριότητες του τόπου μας».
«Το όραμά της για τον πολιτισμό αγκάλιαζε όλους τους πολίτες με μέριμνα να γίνουν όλοι μύστες της καλλιτεχνικής δημιουργίας».
Η ίδια, επίσης, «διάνοιξε δίαυλο Πολιτιστικών Συνεργασιών με την Ελλάδα και με χώρες του εξωτερικού. Θυμόμαστε και το πρόγραμμα Πολιτιστικής Αποκέντρωσης «Αθηνά».
Επιπρόσθετα, θεσμοθέτησε «εργαστήρια για παιδιά και το Διεθνές Φεστιβάλ «Κύπρια».
Αναμφίβολα, η αγαπημένη μας φίλη ήθελε να αφήσει έργο πίσω της. Να κάνει τομές. Να βοηθήσει την παιδεία του τόπου μας.
Να αναδείξει τον Αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α., γι’ αυτό και είναι δικό της δημιούργημα το Συμβούλιο Ιστορικής Μνήμης Αγώνα Ε.Ο.Κ.Α 1955-59, το Σ.Ι.Μ.Α.Ε.
Καταληκτικά, θα μπορούσα να γράψω πολλές σελίδες ακόμα για την αγαπημένη μου κουμπάρα, αφού μας πάντρεψε και ήταν όλα αυτά τα χρόνια δίπλα μας. Την αγαπώ απεριόριστα, τη θαυμάζω και την ευγνωμονώ για όσα μου έχει προσφέρει συνεχώς. Τη θαυμάζω ως αγωνίστρια της ΕΟΚΑ, ως Πρόεδρο του Λυκείου Ελληνίδων, ως φιλόλογο που οι μαθήτριές της τη λατρεύουν ίσαμε τώρα, ως ποιήτρια, ως Υπουργό, ως πνευματικό άνθρωπο, ως άνθρωπο του διαλόγου, ως ουμανίστρια, ως γυναίκα της προσφυγιάς που αναγκάστηκε να μεγαλώσει μόνη τα παιδιά της, ως νεόνυμφη που μετά τον γάμο της έμεινε μόνη στην Αθήνα, γιατί ο αγαπημένος της γύρισε στην Κύπρο για να ενταχθεί στον Αγώνα.
Τη θαυμάζω ακόμη για την αγάπη της για την πόλη της, τους αγώνες που έκανε, τα ποιήματα και τα πεζά που της αφιέρωσε, και πιστεύω ακράδαντα ότι κανένας άλλος συμπολίτης της δεν πρόσφερε σε αυτή την αμμοχωσμένη πόλη όσα πρόσφερε όλα αυτά τα χρόνια η κ. Κλαίρη Αγγελίδου.
Έφυγε χωρίς να δει το νόστιμον ήμαρ. Χωρίς να γυρίσει στην αγαπημένη της πόλη. Σαν να την ακούμε να μας λέει:
«Όπου πας μαζεύεις λιθάρια θύμησης
Όπου πας, σε κύκλους το νερό γράφει Αμμόχωστος
Όπου πας, ταξιδεύεις με τα κρίνα του Ακταίου
Όπου πας, ο Τεύκρος χτίζει Σαλαμίνα».