Της κ. Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη.
“Σαν σήμερα, στις 20 Ιουλίου του 1960, έφυγε από τη ζωή στα 74 της χρόνια η γιαγιά μου η Ζήνα, η μάνα του παπά μου. Ήταν Κυριακή μεσημέρι. Είχε έρθει από το Βαρώσι, όπου διατηρούσε φαρμακείο, ο νονός μου, μ. Μιχαλάκης Λυσάνδρου( αδελφός του παπά μου) με τη μετέπειτα γυναίκα του, τη μ. Πιπίτσα Χατζηκυριάκου, παινίστρια, για να τη γνωρίσει η οικογένειά του. Από τη χαρά της που είδε τη νύφη της, έτρεξε να φέρει αναψυκτικά, από το σπίτι μας που είχαμε ψυγείο, για να κεράσει τη νύφη της που είχε έρθει μαζί με τον αδελφό της και τη γυναίκα του. Ήταν πολλή ζέστη και μόλις γύρισε στο σπίτι, έχασε τις αισθήσεις της.
Πολύ την κλάψαμε τη γιαγιά μας τη Ζήνα. Θυμάμαι τον παπά μας να ακουμπά πάνω στη νεκροφόρα και να δακρύζει. Πρώτη φορά βλέπαμε έναν άντρα, τον δυνατό παπά μας, να κλαίει. Την έθαψαν πλάι στον παππού μας, τον Πανάο, στα ανατολικά του κοιμητηρίου μας. Μου άρεσε να πηγαίνω να τους καπνίζω και να ανάβω τα καντήλια τους.
Η γιαγιά μου η Ζήνα στη θύμησή μου είναι συνταυτισμένη με τα τουμάτσια (κυπριακές χυλοπίτες). Μας τα έκανε πολύ συχνά και ήταν εξαιρετικά νόστιμα. Δεν μας χαλούσε χατίρι, βέβαια. Πολύ γλυκιά και εύχαρις, ήταν μια γυναίκα που σφράγισε τη ζωή μας.
Βοηθούσε πολύ τους συγγενείς της, γενικά ήταν άνθρωπος της προσφοράς και της αγάπης. Ο παππούς ήταν πλούσιος, είχε κατάστημα όπου εύρισκες ό,τι ήθελες(θυμόταν η μάμα μου), και έτσι στο σπίτι της βρήκαν παρηγοριά όλοι οι φτωχοί συγγενείς της.
Ας είναι αιωνία η μνήμη της. Χθες της κάναμε το μνημόσυνό της”.